Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011


Κρίσεις και … ακρισίες.



Πρόσφατα πληροφορηθήκαμε από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ότι έλαβαν χώρα οι αντικειμενικότερες επιλογές διευθυντών σχολικών μονάδων που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Οι κρίσεις έγιναν μάλιστα με βάση συγκεκριμένο αναλυτικό νόμο, ο οποίος προσδιόριζε και μοριοδοτούσε αναλυτικά τα προσόντα των υποψηφίων. Έτσι λοιπόν βρέθηκε ένας αντικειμενικός τρόπος αξιολόγησης, καθώς ελέχθη. Επειδή όμως για τη διακονία ενός τόσο υψηλού στόχου δεν αρκούσαν τα λεγόμενα μετρήσιμα προσόντα, απαριθμούμενα με «σταθερά μόρια», η πολιτεία φρόντισε να ορίσει και μια συμπληρωματική διαδικασία, η οποία καλείτο να συμβάλει στη σφαιρική αξιολόγηση των υποψηφίων. Συγκεκριμένα ορίστηκε μια προφορική συνέντευξη ενώπιον επταμελούς επιτροπής, η οποία θα συγκροτείτο από την αφρόκρεμα της εκπαιδευτικής κοινότητας, καθώς καλείτο να αξιολογήσει συνολικά την προσωπικότητα των υποψηφίων, δηλαδή τον ατομικό φάκελο με τις δραστηριότητές τους που δεν βαθμολογήθηκαν με «σταθερά μόρια», καθώς και την ανάλυση μιας μελέτης περίπτωσης από την εκπαιδευτική φιλοσοφία ή συγκυρία κατά περίπτωση. Επειδή το έργο ήταν πολύ δύσκολο και σύνθετο, καθώς γράφτηκε και ελέχθη δημοσίως, επιλέχθηκαν πρόσωπα με ιδιαίτερα προσόντα και εμπειρία, τα οποία μπορούσαν να αξιολογήσουν ποικιλία έργου, όπως συγγραφικό έργο σε όλους τους κλάδους των εκπαιδευτικών, από τα μαθηματικά μέχρι τη λογοτεχνία, να σταθμίσουν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης την ικανότητα του υποψηφίου να ηγηθεί μιας σχολικής μονάδας με οργανωτικό πνεύμα, συνεργατικότητα, ευελιξία και ανθρωπισμό, πάντα μέσα στα πλαίσια της σύγχρονης θεωρίας της διοίκησης της εκπαίδευσης και της διεθνοποίησης της χώρας μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.

Πράγματι ο συνυπολογισμός τόσων παραμέτρων καθιστούσε το έργο της επιτροπής πολύ δύσκολο, οπότε η επιτυχής, καθώς λέγεται, έκβαση του έργου δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια κοσμογονία στην εκπαίδευση, η οποία ετοιμάζεται να εισέλθει στην εποχή του νέου σχολείου, στο οποίο δίνεται το προβάδισμα στον μαθητή. «Είναι στ’ αλήθεια παρήγορο, αισιόδοξο και συγκινητικό», σκέφτηκε ο μικρομεσαίος καθηγητής Καλόφημος, «που καταμεσής σε μια ολική, καθώς διατυμπανίζουν τα κανάλια, κρίση του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μας, ένας κρίσιμος τομέας δείχνει να λειτουργεί με οδυνηρή, θα έλεγε κανείς, αντικειμενικότητα και ακρίβεια». Δεν ξέρω πώς διάβασε τη σκέψη του ο γνωστός στους αναγνώστες μας φίλος του, ο περίφημος Χανς Κρίστιαν, ο οποίος έσπευσε από κάποια μακρινή χώρα που δεν ανέφερε στο μαίηλ του, να μακαρίσει τον Καλόφημο για την τύχη του να διαμένει σε τέτοια χώρα με ευρωπαϊκή νοοτροπία αιχμής, την ώρα που αλλού γίνονται σημεία και τέρατα! Ο Καλόφημος κάθισε και διάβασε με προσοχή την αναφορά του Χανς Κρίστιαν για τη μακρινή χώρα του άλλου ημισφαιρίου, την περιβόητη Τριγουελάνδη, η οποία έχει απασχολήσει επανειλημμένως τον συγγραφικό του οίστρο αλλά και τη διεθνή κοινότητα για τον αβδηριτισμό της και την ατάσθαλη συμπεριφορά της, στην οποία, αν η χώρα δεν βρισκόταν στο νότιο ημισφαίριο, θα καταλογίζονταν οθωμανικές καταβολές. Βεβαίως ο Καλόφημος καταλόγισε κρυφά στον Χανς Κρίστιαν μαξιμαλισμό με τάσεις υπερβολής στην αφήγησή του, επηρεασμένος από το επάγγελμά του, όμως δεν αμέλησε να ανατριχιάσει με αυτά που διάβασε. (Αυτός ο παμπόνηρος ο Χανς Κρίστιαν τούτη τη φορά απέφυγε να του τηλεφωνήσει, για να μην του δώσει το περιθώριο ερωτήσεων και σχολίων, και του έστειλε, όπως είπαμε, μαίηλ.) Έγραφε τέτοιες υπερβολές, που στην αρχή ο Καλόφημος σκέφτηκε να πετάξει το μαίηλ στον κάλαθο των αχρήστων αδιάβαστο! Όμως η έμφυτη περιέργειά του τον απέτρεψε τελικά. Ευτυχώς, θα έλεγα, διότι αν είχε επιμείνει, δεν θα είχε διαβάσει το μαίηλ, δεν θα είχε μεταφέρει το τερατώδες περιεχόμενό του στο μπλογκ του, κι εμείς δεν θα είχαμε την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε το υψηλό επίπεδο πολιτικού και κοινωνικού πολιτισμού της χώρας στην οποία ζούμε, ώστε κάθε φορά που πίνουμε από το νερό του πολιτισμού να ανυψώνουμε τον αυχένα σαν την όρνιθα της παροιμίας και να ευχαριστούμε τον Δημιουργό που μας έστειλε εδώ.

Στην Τριγουελάνδη λοιπόν, μετέφεραν σαν καρικατούρα, λέει, το δικό μας σύστημα κρίσης διευθυντών σχολείων, χρησιμοποιώντας ως άλλοθι στους απληροφόρητους καλόπιστους αβορίγινες την επιτυχία τους στη δική μας ευρωπαϊκή χώρα! Τι έκαναν λοιπόν; Πρώτα απ’ όλα, προσάρμοσαν τον γλωσσικό κώδικα στα πρότυπα της οργουελιανής κοινωνίας. Θέλοντας να δείξουν οι νοτιοημισφαιρίτες ότι είναι εκσυγχρονιστές και ότι προωθούν την ποιότητα και τα προσόντα, μείωσαν το όριο της προϋπηρεσίας που προβλεπόταν, προκειμένου να έχει κανείς το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για διευθυντής. Ο κόσμος κατάλαβε ότι άνοιξε ο δρόμος για νέους συγκριτικά ανθρώπους, με νέες αντιλήψεις, περισσότερες γνώσεις και σφαιρικότερες σπουδές. Όμως, καθώς γράφει ο Χανς Κρίστιαν, το πράγμα είχε πονηριά. Διότι μοριοδότησαν τόσο πολύ την προϋπηρεσία, ώστε κάποιοι νεότεροι υπηρεσιακά, αυτοί δηλαδή που διέθεσαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους και υπέστησαν ποικίλες στερήσεις προκειμένου να κάνουν πολυετείς μεταπτυχιακές σπουδές και να μάθουν ξένες γλώσσες, δεν μπορούσαν συνάμα να εργάζονται στο τριγουελανδικό δημόσιο και να μετράνε συντάξιμα. Οπότε όλοι οι παλαιάς κοπής υποψήφιοι ξεπερνούσαν σε μόρια τους νεήλυδες. Πώς το κατάφεραν αυτό χωρίς να ακουστεί κανένα σχόλιο; Όρισαν τα μετρήσιμα μόρια με οργουελικό τρόπο, ούτως ώστε, μια μεγάλη προϋπηρεσία, κατά την οποία κάποιος αβδηρίτης Τριγουελάνδιος μπορεί να θεωρούσε το σχολείο σαν έναν ενδιάμεσο σταθμό από το σπίτι στο σλιβοβιτσάδικο (= τσιπουράδικο στη γλώσσα της Τριγουελάνδης), μπορεί να μην του ζήτησαν ποτέ οι μαθητές του να τους αναλάβει και την επόμενη σχολική χρονιά, όμως τα χρόνια που περνούσαν μετρούσαν, έστω αναξιολόγητα, και μεταφράζονταν σε μόρια. Έτσι μια μεγάλη προϋπηρεσία εξισωνόταν βαθμολογικά με ένα διδακτορικό και την άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας, που για να τα αποκτήσει κανείς, όχι μόνον έπρεπε να καταβάλει κόπο, χρόνο και δαπάνες οικονομικές, αλλά και να περάσει από αυστηρότατη αξιολόγηση, αν ασφαλώς δεν εκπονείτο με τη μέθοδο φασόν σε κάποια από τις πανεπιστημιακές μπανανίες. Έτσι τα μόρια από αξιολόγηση συναγωνίζονταν σε αριθμό μόρια από μη αξιολόγηση. Βεβαίως, συνέχιζε ο Χανς Κρίστιαν, στις προνεωτερικές κοινωνίες στις οποίες δεν ισχύει δίκαιο και κανόνες με την έννοια που αυτά είναι γνωστά σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, είναι καθιερωμένη η πρόκριση συμβουλίων γερόντων (senatus= γερουσία), οι οποίοι μεριμνούν για τη διασφάλιση του όποιου δικαίου. Έτσι λοιπόν ακόμη και απόφοιτος του γνωστού στο βόρειο ημισφαίριο Χάρβαρντ δεν θα είχε πολλές πιθανότητες να ξεπεράσει σε σταθερά μόρια τους νουνεχείς παλαιούς.

Για να κρατήσουν τα προσχήματα οι Τριγουελάνδιοι και να καταστήσουν πιο αξιόπιστο το φαίνεσθαι του συστήματος (φαίνεσθαι με την έννοια που προσδίδει η μετακαντιανή φιλοσοφία στα εμπειρικά δεδομένα των αισθήσεων) μιμήθηκαν και την προφορική συνέντευξη, με την οποία στη δική μας χώρα, όπως ακριβώς και στη Βρετανία π.χ., σοφοί άνθρωποι, κοινωνικά και επιστημονικά διακεκριμένοι, σταθμίζουν την προσωπικότητα των υποψηφίων με τέτοιο τρόπο, που να ακτινογραφούν το είναι τους σε επίπεδο σωφροσύνης, χαρακτήρα και ικανοτήτων. Συνάμα όμως φρόντισαν να δημιουργήσουν συνθήκες τέτοιες που οι αρεστοί να προκριθούν άριστοι, σε αντίθεση με το νέο δόγμα του πολιτεύεσθαι στη δική μας χώρα. Έτσι, καθώς γράφει ο Χανς Κρίστιαν (το μεταφέρω με επιφύλαξη, διότι στο επάγγελμα είναι παραμυθάς), σε επιτροπές κρίσεων τοποθετήθηκαν, σε αντίθεση με τη δική μας περίπτωση, άνθρωποι που δεν είχαν πτυχίο ισάξιο με των υποψηφίων, άλλοι δεν γνώριζαν ξένες γλώσσες, μολονότι καλούνταν να σταθμίσουν το ειδικό βάρος της περίσσειας κατά περίπτωση γλωσσομάθειας υποψηφίων, άλλοι δεν είχαν γράψει μια αράδα επιστημονικού ή παιδαγωγικού κειμένου, όμως ανέλαβαν το ρόλο να αξιολογήσουν διδακτορικές διατριβές, μελέτες, λογοτεχνικά έργα, εισηγήσεις σε συνέδρια και τόσα άλλα δημιουργήματα υποψηφίων! Εκτός αυτών, δύο μέλη της επιτροπής, εκπρόσωποι των μεγάλων συνδικαλιστικών παρατάξεων της Τριγουελάνδης, χωρίς άλλα ειδικά χαρακτηριστικά, συμπλήρωσαν την επιτροπή των ειδικών. Επίσης, στο παρασκήνιο, καθώς γράφει ο Χανς Κρίστιαν, ο νεποτισμός πήρε φωτιά, ώστε να βαθμολογηθούν καταλλήλως οι άριστοι αρεστοί. Έτσι όσοι είχαν κομματικά ένσημα, συγγένειες, γειτνιάσεις, διέθεταν την έξωθεν καλή μαρτυρία με τον τρόπο που ο καθ’ ημάς Δηλιγιάννης την όρισε στην περίφημη ρήση του «εαν δεν εμπιστευθώ την κρίσιν του κουρέως μου, τότε ποίον θα εμπιστευθώ!», όλοι αυτοί επιδοτήθηκαν αναλόγως. Θα κούραζε τους αναγνώστες η διεξοδική παράθεση των γραφομένων του Χανς Κρίστιαν, άλλωστε δεν έχουν όλοι το χρόνο και τη διάθεση ενός αργόσχολου παραμυθά. Ούτε όλοι οι επιλεγέντες δεν άξιζαν σε σχέση με μη επιλεγέντες. Απλώς θα μεταφέρω την απορία του επιστολογράφου σχετικά με την περίπτωση ενός υποψηφίου, γνωστού στους αναγνώστες της στήλης με το όνομα Ιμόρταλ. Ο Ιμόρταλ βαθμολογήθηκε με άριστα, όπως και αρκετοί άλλοι συνυποψήφιοι, επαξίως μεν σύμφωνα με τον Χανς Κρίστιαν, παραδόξως όμως πάλι, καθώς οι ιθύνοντες είχαν σύρει επανειλημμένως παλαιότερα αυτόν τον ανυποχώρητα μαχητικό άνθρωπο σε δίκες με την ανυπόστατη κατηγορία της παράβασης καθήκοντος, στην κρίση όμως βαθμολόγησαν με άριστα, δηλαδή ως ικανότατο και νομιμόφρονα, τόσο αυτόν όσο και τον κατήγορό του! Παράξενα πράγματα, όμως προέρχονται από μια κοινωνία της οποίας τις ιδιαιτερότητες δεν μπορούμε να κατανοήσουμε στη δική μας χώρα! Ένα τελευταίο πράγμα που εξόργισε ακόμη περισσότερο τον Χανς Κρίστιαν ήταν ότι αρκετοί Τριγουελάνδιοι έδειχναν να καταλαβαίνουν τι συνέβη, το συζητούσαν ευκαιριακά μεταξύ τους, όμως το κλίμα στις καφετέριες των γνωστότερων πεζοδρόμων της επικράτειας δεν διαταράχθηκε. Ο βίος συνεχίστηκε κατά τα ειωθότα. Λες και νομίζουν ότι ζουν στη δική μας όλβια χώρα…



Καλόφημος Ονείδης,



Και για την … αντιγραφή: Αγαθοκλής Αζέλης




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου