Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

Κωνσταντίνος Πουλής, Απ’ το αλέτρι στο smartphone: Συζητήσεις με τον πατέρα μου, Μελάνι 2019, γ΄ έκδοση 2022

Από την προφορική ιστορία στο δοκίμιο

*

του ΑΓΑΘΟΚΛΗ ΑΖΕΛΗ

Κωνσταντίνος Πουλής, Απ’ το αλέτρι στο smartphone:
Συζητήσεις με τον πατέρα μου, Μελάνι 2019, γ΄ έκδοση 2022

Με ρητή αναφορά στον Μάρσαλ Μακ Λούαν και προφανώς αναλογιζόμενος την εμβληματική του ρήση «το μέσον είναι το μήνυμα», ο Κωνσταντίνος Πουλής συνέγραψε ένα ενδιαφέρον κι ευανάγνωστο βιβλίο, συνδυασμό δοκιμίου με ερευνητικό υπόβαθρο και προφορικής ιστορίας. Αναφέρομαι στον Μακ Λούαν, καθώς τον ίδιο τον συγγραφέα μας δεν τον απασχολεί τόσο η μετάβαση από το τεχνολογικό μέσον «αλέτρι» στο τεχνολογικό μέσον «smartphone», όσο η μετάβαση σε διαφορετική νοοτροπία, διαφορετικό τρόπο ζωής, κουλτούρα και προτάγματα.

Το ζήτημα της τεχνολογικής εξέλιξης έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές και το αντίθετο θα ήταν παράδοξο. Ποιο είναι το νέο που φέρνει το βιβλίο του Κ. Πουλή; Ότι έχοντας την ακαδημαϊκή σκευή και παραθέτοντας σχετική βιβλιογραφία όπου κρίνει ότι χρειάζεται, ο συγγραφέας, έχοντας και την εμπειρία της λογοτεχνικής συγγραφής και της θεατρικής πράξης –όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό του– συνθέτει ένα είδος διαλόγου με τον πατέρα του και άλλους ανιόντες συγγενείς –όπου κρίνει ότι χρειάζεται ή υπάρχει η σχετική ευχέρεια– κατά την εξής μέθοδο: ξεκινά από τη διαπίστωση ότι κατά τον τελευταίο αιώνα η ανθρωπότητα έχει κάνει ένα άλμα πολύ μεγαλύτερο από ό,τι την μέχρι τότε εποχή, από τη νεολιθική εποχή κιόλας, και η προηγούμενη από εκείνον γενιά βίωσε την μεταβατική εποχή στην οποία έλαβαν χώρα οι μεγάλες αλλαγές. Καταγράφει λοιπόν αφηγήσεις του πατέρα του (οι οποίες απαντούν σε δικά του ερωτήματα) που αναφέρονται σε αυτή τη μετάβαση, και καταθέτει στη συνέχεια τον δικό του σχετικό δοκιμιακό αναστοχασμό. Στις αφηγήσεις αποτυπώνεται τόσο ο παραδοσιακός τρόπος ζωής όσο και ο μετασχηματισμός του, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο αφομοίωσε ο παραδειγματικός άνθρωπος τον μετασχηματισμό, κάτι το οποίο ίσως δεν σκέφτεται ένας άνθρωπος που μεγάλωσε όταν είχαν συντελεστεί οι μεγάλες μεταβολές.

Οι τομείς στους οποίους εστιάζει ο συγγραφέας είναι η ζωή στην παιδική ηλικία, η καθημερινή ζωή στο αγροτικό σπίτι –τεχνικός πολιτισμός της καθημερινότητας, ανθρώπινες σχέσεις, διατροφή, λαϊκή ιατρική, αγροτική οικονομία, λαϊκός πολιτισμός– οι τεχνολογίες-δημιουργήματα της βιομηχανικής επανάστασης και η μετασχηματιστική μεταβολή που επέφεραν στην καθημερινή ζωή, ο πολιτισμός της ψηφιακής κοινωνικής δικτύωσης. Η ενδεικτική τούτη καταγραφή μου αδυνατεί να αποτυπώσει το εύρος και το βάθος της παρουσίασης και της ανάλυσης, η οποία γίνεται με ένα οικείο ύφος, «κουβεντιαστό», χάρη στο οποίο το κείμενο κερδίζει αμεσότητα, χωρίς να μειωθεί η πειστικότητά του.

Ο συγγραφέας δεν αρκείται στην καταγραφή αλλά τη συνοδεύει με κριτικό αναστοχασμό, με συν-κρίση των σκελών της μεταβολής, με συγκεκριμένα κριτήρια, μεταξύ άλλων το πολιτικό. Χαρακτηριστικές είναι οι σκέψεις στις σ. 31-34:

«Αυτό το βιβλίο συνιστά μια προσπάθεια να καταλάβουμε τι κερδίζουμε και τι χάνουμε, ασκώντας όμως πίεση και προς τις δύο κατευθύνσεις, και εκείνη που εξιδανικεύει την αγροτική ζωή και εκείνη που αφήνει την τεχνολογική ή την καταναλωτική εμπειρία στο απυρόβλητο.»

Κι αμέσως παρακάτω:

«Επιστροφή δεν υπάρχει, αυτό το ξέρουμε. […] Αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι η δυνατότητα μιας κριτικής κατανόησης του κόσμου που μας περιβάλλει, με δεδομένη την επέλαση της τεχνολογίας και τον πανταχού παρόντα κόσμο της κατανάλωσης. [..] Όλη η αφήγηση συνιστά κατά κάποιον τρόπο μια απόπειρα κατανόησης της λεπτής γραμμής ανάμεσα στη στέρηση που χαρακτηρίζει τα παιδικά χρόνια του πατέρα μου και τον καταναλωτικό κορεσμό που δίνει τον τόνο στη σημερινή εποχή – αν κανείς είναι από τους τυχερούς και έχει γεννηθεί στη σωστή όχθη του ποταμού. Κάπου ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα προκύπτουν νησίδες νοήματος, που αφορούν το πώς πεινάμε και πώς χορταίνουμε, τι είναι χαρά, επικοινωνία, επιθυμία και ανάγκη σε διαφορετικές εποχές και συνθήκες.»

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον εντόπισα στο βιβλίο έναν προβληματισμό για τον λαϊκό πολιτισμό κατά την εποχή της τεχνολογικής και οικονομικής ανόδου και της συνακόλουθης μείωσης του αναλφαβητισμού, ο οποίος με απασχολεί προσωπικά πολλά χρόνια. Το ερώτημά μου είναι, τι αντικατέστησε τη λαϊκή πνευματική δημιουργία, το δημοτικό τραγούδι π.χ. στη σύγχρονη εποχή και με τι λογής στοχαστικές και αισθητικές αναζητήσεις; Ο συγγραφέας μας αναφέρει σχετικά ότι

«Η τεχνολογική δυνατότητα της απεριόριστης αναπαραγωγής των έργων εγγυάται ότι θα φτάνουν σε όλους, αλλά η ποιότητα των έργων θα είναι όχι μόνο υποδεέστερη των κορυφών του γραπτού πολιτισμού, αλλά και ασύγκριτα υποδεέστερη των έργων της προφορικής παράδοσης που σιγά σιγά εγκαταλείπεται παραπεταμένη, ως φτωχός συγγενής του γραπτού […] η εποχή της τεχνολογικής αναπαραγωγής του γραπτού ευνοεί την ατομική καλλιέργεια, αλλά πλήττει τη λαϊκή παιδεία.» (σ. 170).

Για να καταλήξει: «η μαζική παραγωγή σημαίνει χειρότερο πολιτισμό για περισσότερους καταναλωτές» (σ. 172).

Αυτό που νομίζω ότι αξίζει επίσης να επισημανθεί είναι η κοινωνική κινητικότητα που επιτεύχθηκε στη χώρα μας με αγώνα και θυσίες κατά την περίοδο των μεγάλων υλικοτεχνικών μεταβολών. Έτσι ο πατέρας του συγγραφέα, Άγγελος Πουλής, ο οποίος καταθέτει τη μαρτυρία του για τις ανάγκες του βιβλίου, αποτελεί ο ίδιος παράδειγμα αλματώδους κοινωνικής εξέλιξης, το οποίο έχει σημασία να το δούμε ως αρχέτυπο μιας νέας εποχής: το παιδάκι γόνος φτωχής αγροτικής οικογένειας, το οποίο πήγαινε με τα πόδια στο σχολείο, κατόρθωσε να σπουδάσει στη Γυμναστική Ακαδημία και στη συνέχεια να μεταβεί στην Αγγλία με υποτροφία για σπουδές στη Φυσικοθεραπεία και να γίνει ένας από τους πρωτοπόρους θεράποντες και καθηγητές στο σχολή Φυσικοθεραπείας, της ευεργετικής αυτής για την ανθρώπινη υγεία και ευεξία επιστήμης. Υλοποιεί κι εκείνος ο ίδιος μια μετάβαση και τα παιδιά του παραλαμβάνουν τη σκυτάλη στην άλλη πλευρά της γέφυρας.

Στο αξιανάγνωστο βιβλίο του Κωνσταντίνου Πουλή συνάντησα μια εκλεκτική θεματική συγγένεια με τη Δίφορη Μνήμη του Γιώργου Θεοχάρη και τις Μυλόπετρες του χρόνου, της ταπεινότητάς μου, βιβλία τα οποία παρά τις διαφορές τους τέμνονται στο σημείο της αναφοράς στο πρόσφατο παρελθόν της Ελλάδας της υπαίθρου, στα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι και στις λύσεις που εφεύρισκαν για να τα διαχειριστούν. Εύχομαι να γραφτούν κι άλλα ανάλογα βιβλία, όσο ζουν ακόμη κάποιοι θεματοφύλακες της φθίνουσας μνήμης.

https://neoplanodion.gr/2024/09/06/proforike-historia-dokimio/#more-28494

*

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου