Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018

Μια τοποθέτηση για την αξία των Μουσικών Σχολείων


Ο θεσμός των Μουσικών Σχολείων βρίσκεται στην επικαιρότητα. Είναι μια ευκαιρία να δημοσιοποιηθούν απόψεις για το παιδαγωγικό έργο που παρέχουν αυτά τα σχολεία, για να σταθμιστούν καλύτερα οι νέες διατάξεις, οι οποίες στοχεύουν στην τροποποίηση του ιδρυτικού νόμου.
Παραθέτω ένα παλιό μου άρθρο για τις εντυπώσεις μου από τη λειτουργία του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων, στο οποίο εργάστηκα επί δεκαετία, εντυπώσεις οι οποίες αποτελούν παγιωμένες απόψεις πλέον. Αξίζει να σημειώσω ότι από πέρυσι υπηρετώ ως διευθυντής στο 7ο Γενικό Λύκειο Τρικάλων.

Το Μουσικό Σχολείο Τρικάλων από την πλευρά του γονιού

Εργαζόμουν ήδη έξι χρόνια ως φιλόλογος στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων, όταν πέρυσι τέτοιον καιρό η κόρη μου, τελειόφοιτη του δημοτικού, μου ζήτησε να υποβάλω αίτηση συμμετοχής της στις εξετάσεις επιλογής μαθητών για την Α΄ τάξη Γυμνασίου του Μουσικού Σχολείου. Έξι χρόνια πριν είχα υποβάλει ο ίδιος τη δική μου αίτηση για άλλου είδους «εξετάσεις», εννοώ την αίτηση μετάθεσης προς το ξεχωριστό αυτό σχολείο, το οποίο επιλέγει το προσωπικό του με βάση το βιογραφικό του και όχι τη συνηθισμένη μοριοδότηση που ισχύει για τα υπόλοιπα σχολεία. Το προσωπικό του Μουσικού Σχολείου επιλέγεται με κριτήριο τις μεταπτυχιακές σπουδές, τη μουσική-καλλιτεχνική παιδεία ή εμπειρία, το πνευματικό έργο γενικότερα και την καθολική συγκρότηση. Θεωρούσα από τότε, για την ακρίβεια από όταν διορίστηκα ως εκπαιδευτικός στο δημόσιο, αυτό το είδος σχολείων πρωτοποριακό για τη χώρα μας. Όταν άρχισα να εργάζομαι στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων συνειδητοποίησα εμπράκτως ότι εκτός από πρωτοποριακό είναι και υποδειγματικό, άξιο μίμησης σε επίπεδο προγράμματος σπουδών και εκπαιδευτικών πρακτικών.

Από την αρχή ένιωσα ενθουσιασμό με το νέο εργασιακό μου περιβάλλον. Οι καθηγητές των μαθημάτων γενικής παιδείας συνεργάζονται με καθηγητές της μουσικής πολυάριθμων ειδικοτήτων, το σχολείο γίνεται σχολή για τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς του, οι οποίοι διδάσκουν και μαθαίνουν συνάμα. Περνώντας ο χρόνος συνειδητοποίησα ότι σε διπλανές αίθουσες, αθόρυβα, δίδασκαν διακεκριμένες προσωπικότητες του επιστημονικού και καλλιτεχνικού χώρου, οι οποίες έφερναν στο σχολείο μας την αύρα ενός επιστημονικού εργαστηρίου, μιας λογοτεχνικής συντροφιάς ή μιας αίθουσας συναυλιών ακόμη και από την άλλη ακτή του Ατλαντικού. Κάποια στιγμή δημοσίευσα την εξής σκέψη: «Σε αυτό το ολοκληρωμένο σχολείο, στο οποίο συναιρούνται οι τέχνες με τα γράμματα και προσφέρονται στους μαθητές του ως ένα πολυεργαλείο διάνοιας, αισθητικής και ενσυναίσθησης, ένα μειονέκτημα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος μετασχηματίζεται σε προτέρημα: το μόνιμο άξιο καλλιτεχνικό προσωπικό του συναντάται με αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, για τους οποίους η διδασκαλία στο σχολείο μας αποτελεί σταθμό μιας πολύ σημαντικής ανοδικής σταδιοδρομίας, τέρμα μιας πορείας και αφετηρία μιας άλλης. Έτσι συντελείται μια διαρκής πνευματική ανανέωση τόσο για τους μαθητές όσο και για το προσωπικό του όλων των κατευθύνσεων, το οποίο έχει την ευκαιρία μιας διαρκούς δια βίου μαθητείας.»

Αυτά και άλλα πολλά είχα παρατηρήσει, πάντα από τη σκοπιά του εκπαιδευτικού, της μιας πλευράς της σχολικής μονάδας. Τώρα που η κόρη μου ολοκληρώνει την πρώτη χρονιά της σε τούτο το σχολείο νιώθω την ανάγκη να μοιραστώ μαζί σας με την ιδιότητα του γονιού την πεποίθηση ότι το Μουσικό Σχολείο Τρικάλων αποτελεί έναν προνομιακό χώρο μάθησης, στον οποίο η κυρίαρχη παράμετρος άμιλλας μεταξύ των μαθητών είναι ανάπτυξη σφαιρικής προσωπικότητας με ποιοτικές επιδόσεις σε ποικίλους τομείς, ένας από τους οποίους είναι και η μουσική. Διαπίστωσα και ως γονιός ότι το παιδί μου μεγαλώνει με ασφάλεια σε ένα πλούσιο σε βιώματα σχολικό περιβάλλον, ενώ είχα τη χαρά να διαπιστώσω και από άλλη οπτική γωνία το επίπεδο και την προσφορά του προσωπικού του σχολείου, από την πανταχού παρούσα τριάδα της διεύθυνσης με το εξαντλητικό ωράριο (η οποία αντιμετωπίζει τις υποχρεώσεις δύο σχολείων, καθώς το Μουσικό είναι τόσο Γυμνάσιο όσο και Λύκειο) μέχρι τους εκπαιδευτικούς του καθημερινού αγώνα για τη μάθηση.

Παράλληλα είδα μέσα από τα μάτια του παιδιού μου την αξία της μουσικής παιδείας με τον τρόπο που αυτή διαμεσολαβείται στο συγκεκριμένο σχολείο και τη σημασία της συμμετοχής σε συναυλίες-παραστάσεις, μοναδικό κι αυτό χαρακτηριστικό του Μουσικού Σχολείου. Εδώ χρειάζεται να παραθέσω μια σκέψη που δημοσιοποίησα παλιότερα, η οποία όμως επικαιροποιείται μέσα από τη νέα οπτική γωνία: Μεγάλη σημασία έχουν οι πρόβες στις οποίες συμμετέχουν οι μαθητές, η πολύμηνη προετοιμασία τους, εκτός από την επί σκηνής παρουσία τους.

«Στην περίπτωση των επαγγελματικών μουσικών συνόλων είναι λογικό να μην απασχολούν το φιλόμουσο κοινό οι πρόβες τους. Στην περίπτωση όμως σχολικών μουσικών συνόλων, συμβαίνει ή οφείλει να συμβαίνει το αντίθετο. Η ουσία (καλλιτεχνική και παιδαγωγική) βρίσκεται στις πρόβες και όχι στην παράσταση. Αυτό συμβαίνει, διότι οι νεαροί μουσικοί είναι μαθητές, οι οποίοι παρακολουθούν καθημερινά τα σχολικά μαθήματα (και τα αντίστοιχα … απογευματινά, με το ανάλογο χρονικό κόστος) και επιπλέον παρακολουθούν μαθήματα μουσικών οργάνων σε πρόσθετες διδακτικές ώρες, ενώ συμμετέχουν και σε μουσικά σύνολα, τα οποία υλοποιούν τις ενδοσχολικές γιορτές και τις δημόσιες εκδηλώσεις του σχολείου. Αν δεν είναι άθλος ό,τι κατορθώνουν αυτοί οι μαθητές, τότε μάλλον έχουν χάσει οι λέξεις τη σημασία τους. Όμως το θέμα εξακολουθεί να μην είναι ποσοτικό. Αξίζει να προσέξει κανείς την παιδαγωγική διάσταση του πράγματος, η οποία προσφέρει απαράμιλλη ποιότητα. Συγκεκριμένα, ενώ για τα Γενικά Λύκεια το Υπουργείο Παιδείας προγραμμάτισε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, της οποίας ένας βασικός στόχος είναι η μαθητοκεντρική και ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, με στόχο να καλλιεργηθούν οι δεξιότητες του μαθητή μέσα από τη συνεργασία σε ομάδες υπό την καθοδήγηση και όχι την αυταρχία του καθηγητή, στο Μουσικό Σχολείο αυτοί οι στόχοι υπάρχουν και υλοποιούνται από την αρχή της λειτουργίας του. Συγκεκριμένα, κάθε μαθητής, στο ατομικό μουσικό μάθημα, αποτελεί το επίκεντρο, την αρχή και το τέλος (=σκοπό) του μαθήματος. Η επίδοσή του εξελίσσεται και συνάμα ελέγχεται και αξιολογείται από μάθημα σε μάθημα, ενώ ο ίδιος είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να κάνει την αυτοαξιολόγησή του. Η εκμάθηση μουσικού οργάνου απαιτεί, πέρα από την ευαισθησία, μεγάλη αυτοπειθαρχία, η οποία επίσης διδάσκεται και κατακτάται με την πάροδο του χρόνου. Από την άλλη μεριά η συμμετοχή στα μουσικά και άλλα σύνολα (ορχήστρα, χορωδία, θεατρικό σύνολο, σύνολο μουσικής τεχνολογίας κ.ά.) διδάσκει στα παιδιά άλλες δεξιότητες, αρχές και αξίες. Εδώ διδάσκεται ο απόλυτος συντονισμός και η συνεργασία, η υπέρβαση του εγώ και η διάλυσή του μέσα στο εμείς της συλλογικότητας, με έναν ιδιαίτερο τρόπο: ενώ δεν καταργείται το υποκείμενο-πρόσωπο, εναρμονίζεται με το συλλογικό υποκείμενο-μουσικό σύνολο, στο οποίο κάθε όργανο ξεχωρίζει μεν, όμως αυτό γίνεται μέσα από τη συν-φωνία, την ένωση με τα άλλα με στόχο την επίτευξη του τελικού αποτελέσματος, το οποίο υπακούει σε τελευταία ανάλυση και σε μια αισθητική αρχή. Αυτή η ύψιστη παιδαγωγική διαδικασία, ιερουργία θα την ονόμαζα αν δεν κινδύνευα να χαρακτηριστώ γλυκερός, συντελείται καθημερινά στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων. Το αποτέλεσμα είναι, χωρίς να καταργούνται τα λειτουργικά όρια, μαθητές και εκπαιδευτικοί να συγχωνεύονται σε ένα ενιαίο παιδαγωγικό σύνολο, να ενεργούν σαν μέλη μιας πολυμελούς οικογένειας, η οποία μαθαίνει να αντιμετωπίζει συλλογικά τα ζητήματα που προκύπτουν κάθε φορά. Κάθε σχολική χρονιά λαμβάνει χώρα στο σχολείο πολύπλευρη παιδαγωγική δράση, τόσο στο πλαίσιο των μουσικών μαθημάτων όσο και σε εκείνο των μαθημάτων γενικής παιδείας, τα οποία δεν λαμβάνουν δημοσιότητα, όμως συμβάλλουν σημαντικά στην καλλιέργεια των παιδιών.

Ας μην υποτιμήσουμε όμως την ίδια τη συναυλία, την έκθεση δηλαδή των μαθητών σε εξωσχολικό κοινό. Καθημερινά συζητάμε οι εκπαιδευτικοί με τους μαθητές και τους γονείς τους την ανάγκη να συνειδητοποιήσουν οι νεαροί μας συνεργάτες ότι η ζωή αποτελεί μια «παράσταση», στην οποία εφαρμόζει κανείς όσα έμαθε από το σχολείο και τους λοιπούς φορείς κοινωνικοποίησης, ότι η ζωή απαιτεί κυρίως όχι πληροφορίες αλλά δεξιότητες. Η συμμετοχή λοιπόν των μαθητών στις δημόσιες συναυλίες αποτελεί την ύψιστη πρόβα για τον δημόσιο βίο τους, καθώς απέναντί τους έχουν άτεγκτους κριτές, ένα κοινό που πρέπει να το κατευνάσουν και να το κερδίσουν, αφού πρώτα πειθαρχήσουν απαρέγκλιτα στις αρχές του μουσικού συνόλου και στις οδηγίες του μαέστρου. Όταν μάλιστα συμμετέχουν και καθηγητές στο σύνολο, τότε ολοκληρώνεται η εικόνα του μουσικού συνόλου ως κοινωνίας ανθρώπων με ποικίλου επιπέδου ηλικίες και δεξιότητες, τις οποίες αλληλέγγυα μοιράζονται υπηρετώντας τον κοινό στόχο. Σε μια άναρχη, απείθαρχη, δίχως όρους ανταγωνιστική, ατομικιστική και σε μεγάλο βαθμό ακαλαίσθητη και δυσαρμονική κοινωνία σαν την ελληνική, το Μουσικό Σχολείο οφείλει να αποτελεί σημείο αναφοράς και πρότυπο, Θερμοπύλες μιας καταρρέουσας κοινωνίας των πολιτών.» Θα συμπλήρωνα τώρα τα παραπάνω με μια αναφορά στον αμέτρητο προσωπικό χρόνο που διαθέτουν οι εκπαιδευτικοί του σχολείου εκτός ωραρίου και μάλιστα –σε μια κοινωνία που το χρήμα αποτελεί θεμελιώδη αξία- χωρίς χρηματική αποζημίωση.

Το παιδαγωγικό έργο που παρουσίασα παραπάνω αποτελεί επαξίως πόλο έλξης για τους γονείς οι οποίοι αγωνιούν να προσφέρουν στα παιδιά τους σφαιρική παιδεία σε ένα παιδαγωγικά άρτιο και ασφαλές περιβάλλον, σε ένα σχολείο από το οποίο δεν αποφοιτούν μόνο μουσικοί αλλά νέοι έτοιμοι να σπουδάσουν σε όλες τις ειδικότητες. Μάλιστα σε μια κοινωνία όλο και πιο ανταγωνιστική, είναι σημαντικό να προσφέρουμε στα παιδιά μας όχι πληροφορίες περιορισμένης χρήσης παρά εφόδια ζωής, δηλαδή σφαιρική παιδεία, ενσυναίσθηση μέσα από την επαφή με την τέχνη, ισχυρή προσωπικότητα μέσω της υποστηρικτικής συναισθηματικής ωρίμανσης, κοινωνικότητα και συνεργατικότητα, πράγματα που συναποτελούν την καθημερινότητα στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων. Τέλος, οι δυσκολίες του νέου Λυκείου τόσο σε διδακτικό όσο και σε εξεταστικό επίπεδο μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά σε ένα τέτοιο «οικογενειακό» σχολικό περιβάλλον, στο οποίο μάλιστα ο αριθμός μαθητών ανά τμήμα είναι κατά μέσο όρο σαφώς μικρότερος από ό,τι στα Γενικά Λύκεια.


Δρ. Αγαθοκλής Αζέλης, Φιλόλογος


Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Αντίλογος


Ακούγοντας χθες τυχαία θραύσματα μιας συζήτησης αναστατωμένων συναδέλφων στο σχολείο μου κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος, αντιλήφθηκα ότι αναφέρονταν σε κάποιο άρθρο του πρώην διευθυντή μου στο 4ο Γενικό Λύκειο Τρικάλων, τον κ. Θανάση Νάστα. Συγκεκριμένα χαρακτήριζαν το άρθρο απαράδεκτο. Γνωρίζοντας ότι ο κ. Νάστας συνηθίζει να αρθρογραφεί με οξύ τρόπο πλην όμως καλοπροαίρετα και με ενδιαφέρουσα οπτική για εκπαιδευτικά θέματα, μετά το πέρας της εργασίας μου στο σχολείο έσπευσα να αναζητήσω το εν λόγω άρθρο, με τίτλο Αυτοί «σκότωσαν τους τρεις μαθητές στην Κυπαρισσία», για να διαμορφώσω άποψη, καθώς η κριτική προερχόταν από εκλεκτούς εκπαιδευτικούς με τους οποίους ταιριάζουν οι απόψεις μου, με τον δε κρινόμενο συνεργάστηκα μία σχολική χρονιά άψογα στο 4ο Γενικό Λύκειο Τρικάλων και θεωρώ ότι εισήγαγε σημαντικά και αποτελεσματικά μέτρα οργάνωσης της σχολικής κοινότητας. Μάλιστα κάποτε αρθρογράφήσα υποστηρίζοντας κάποιες απόψεις του, χωρίς να τον γνωρίζω προσωπικά, ενώ όταν μετά από νέες κρίσεις διευθυντών χρειάστηκε να αλλάξει σχολείο, έγραψα ένα χρονογράφημα, στο οποίο αναφερόμουν στο έργο που πρόσφερε σε ένα πλαίσιο δυσλειτουργιών της ελληνικής εκπαίδευσης.
Γιατί γράφω αυτόν τον μακροσκελή πρόλογο; Για να δείξω τη γενική μου άποψη για το πρόσωπο αφενός και να αιτιολογήσω ως εκ τούτου την αναστάτωση που μου προκάλεσε η ανάγνωση του άρθρου του, το οποίο δεν συνάδει με την ποιότητα του ανδρός. Το θέμα είναι γνωστό, το αναφέρω όμως εν συντομία για την κατανόηση και τη συνοχή της υπόθεσης. Καθώς αναφέρουν τα ΜΜΕ, τρεις μαθητές σε πόλη της Πελοποννήσου έφυγαν κρυφά από το σχολείο, πήραν το οικογενειακό αυτοκίνητο του ενός και κατά τη διαδρομή ενεπλάκησαν σε ένα πολύνεκρο θανατηφόρο για τους ίδιους δυστύχημα.
Στη μέτρια θλίψη, γράφει ο Μονταίνι, ο άνθρωπος οδύρεται εξωτερικεύοντας  όλη την ένταση της ψυχής του. Όταν όμως η θλίψη είναι ακραία, βουβαίνει τον άνθρωπο, καθώς κανείς λόγος δεν δύναται να εκφράσει ό,τι υπερβαίνει καταστάσεις με τις οποίες μπορεί κανείς να συμβιβαστεί διανοητικά και συναισθηματικά. Γι' αυτό κάποιος σοφός θα επινόησε τη φράση "μένω άναυδος" για την περίπτωση. Όταν λοιπόν τρεις οικογένειες αισθάνονται συντριβή ενώπιον της χειρότερης συμφοράς που μπορεί να συμβεί σε γονιό, όταν η εκπαιδευτική κοινότητα είναι εμβρόντητη μπροστά στο ανέκκλητο, το οποίο αποτελεί τον ακραίο εφιάλτη για όσους διακονούν την εκπαίδευση, το μόνο που αρμόζει είναι η σιγή, όσο ακόμη χαίνει η πληγή. Το τελευταίο που αρμόζει να κάνει κανείς, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι να αναζητεί εκ του μακρόθεν ενόχους και στη συγκεκριμένη περίπτωση να δαιμονοποιεί τη διεύθυνση και το διδακτικό προσωπικό του σχολείου των άτυχων παιδιών, καταλογίζοντας σε εκείνους την ευθύνη για τον θάνατο των μαθητών, χωρίς να έχει ξεκινήσει καν η προβλεπόμενη πειθαρχική και νομική διαδικασία.
Έτσι λοιπόν ο αρθρογράφος προτάσσει την εύγλωττη κατηγορία Αυτοί «σκότωσαν τους τρεις μαθητές στην Κυπαρισσία», η οποία προκαταλαμβάνει συναισθηματικά τον αναγνώστη, προκαλεί, εκτιμώ, αποτροπιασμό και μήνιν εναντίον εκείνων οι οποίοι αναμένεται να αποκαλυφθούν στο σώμα στου άρθρου. Εκεί λοιπόν ο συντάκτης προβαίνει σε γενικευτικές κρίσεις, όπως "αν ο διευθυντής και ο σύλλογος διδασκόντων του σχολείου των τριών μαθητών διέθεταν ίχνος υπευθυνότητας τα παιδάκια θα ζούσαν και θα τα χαίρονταν οι γονείς τους", κατηγορία βαρύτατη, η οποία ενοχοποιεί συλλήβδην όλο το προσωπικό ενός σχολείου, ενώ μπορεί να προκαλέσει τυφλή οργή εναντίον των συγκεκριμένων εκπαιδευτικών, τους οποίους άλλωστε εξευτελίζει επαγγελματικά και καταβαραθρώνει ηθικά, κατηγορία συνεπεία της οποίας καθίσταται ολόκληρος εκπαιδευτικός κλάδος δυνάμει βορά στις στερεοτυπικές αντιλήψεις ενός σκανδαλοθηρικό κοινού, το οποίο συνήθως εκτονώνει τη συσσωρευμένη έντασή του απαιτώντας κεφαλές επί πίνακι.
Ακολούθως στο άρθρο παρουσιάζεται ως ζητούμενο αυτό που ο νόμος προβλέπει και τουλάχιστον τα σχολεία στα οποία έχω εργαστεί τα τελευταία ένδεκα χρόνια (Μουσικό Σχολείο Τρικάλων και 7ο ΓΕΛ Τρικάλων) εφαρμόζουν, για να μιλήσω εμπειρικά, συγκεκριμένα και όχι γενικευτικά: "Πολύ απλά λοιπόν το κάθε σχολείο θα έπρεπε να έχει έναν τρόπο να ελέγχει τη διαρκή παρουσία των μαθητών στο σχολείο. Από την εμπειρία μου σας διαβεβαιώνω ότι αυτό είναι πολύ εύκολο. Οι διδάσκοντες, όταν μπαίνουν σε αίθουσα διδασκαλίας ελέγχουν αν απουσιάζει μαθητής, που απουσίαζε την προηγούμενη διδακτική ώρα. Αν απουσιάζει, ενημερώνουν αμέσως το διευθυντή τους και εκείνος εντός λίγων λεπτών ενημερώνει τους γονείς των σκασιαρχών. Αυτό επιβάλλεται να κάνει το σχολείο και κυρίως ο διευθυντής αδιαφορώντας για τα φληναφήματα που εκπορεύονται από εκπαιδευτικούς και γονείς περί δικαιώματος των μαθητών στο σκαστό." Οι γονείς των προαναφερθέντων σχολείων θα μπορούσαν να ερωτηθούν δειγματοληπτικά, αν είναι αποδέκτες τέτοιων "φληναφημάτων" ή αν αντιθέτως προστατεύονται τα παιδιά τους κι ενημερώνονται οι ίδιοι για τις απουσίες των κηδεμονευομένων τους, και να θέσουν εν αμφιβόλω την απαξιωτική γενίκευση. Ίσως και συνάδελφοι άλλων σχολείων θα μπορούσαν να συνηγορήσουν προς αυτό, ότι δηλαδή το ζητούμενο του κ. Νάστα αποτελεί αυτονόητη καθημερινή ενέργεια κι επομένως δεν ενδείκνυται να εγκαλεί την εκπαιδευτική κοινότητα για το αντίθετο. Επίσης πρέπει να επισημανθεί ότι το δημόσιο σχολείο, σε δυσμενείς συνθήκες, κατά το μάλλον ή ήττον προστατεύει τους μαθητές του προσφέροντας συνάμα εκπαιδευτικό έργο, συναισθηματική στήριξη και θαλπωρή, με προσωπικό απασχολούμενο σε πολυάριθμα και ποικίλα, δύσκολα συνδυάσιμα καθήκοντα, στο όριο των φυσικών του δυνάμεων: (συχνά μετακινούμενος σε περισσότερες από μία σχολικές μονάδες) δάσκαλος, φύλακας, μέντορας, ψυχολόγος, είναι μερικά μόνον από αυτά. Εκείνο που πρέπει ο δημόσιος λόγος να προσφέρει στους εκπαιδευτικούς είναι η ηθική στήριξη και η αναγνώριση του κοινωνικού του ρόλου κι όχι η στοχοποίησή του, χωρίς να επιθυμούμε κάποια εξιδανίκευση ή την απόκρυψη προβλημάτων, τα οποία είναι "συνυφασμένα" με το σχολείο ως ζωντανό οργανισμό.
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι το περί ου ο λόγος άρθρο, ενώ εκφράζει τη θλίψη και την αγωνία ενός εκπαιδευτικού ο οποίος συνταξιοδοτούμενος άφησε πίσω του πλούτο προσφοράς στην εκπαίδευση, εμπεριέχει γενικεύσεις, ακραίο λόγο, αδικεί δε τον κλάδο των εκπαιδευτικών καθιστώντας τον βορά στο σκανδαλοθηρικό κοινό, μειώνοντας την προσωπικότητα του συντάκτη του, ενώ έχει προσφέρει έργο στη σχολική τάξη και διοίκηση.

Αγαθοκλής Αζέλης, Φιλόλογος

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

Back to the future, ένα μονόπρακτο



Κ. (Το έτος 2180 μία ομάδα Αρειανών αρχαιολόγων επισκέπτεται τον ακατοίκητο πλανήτη Γη, για εστιασμένη ανασκαφή στα ερείπια της περίφημης το πάλαι ποτέ Τριγουελάνδης.
Προσανατολίζονται με τη βοήθεια GPS)

Γ.● Εδώ είναι το κέντρο της Τριγουελάνδης;
Α.● Ναι, μάλιστα σύμφωνα με το μηχάνημα είναι η περίφημη οδός Ασκληπιού.
Ε.● Ας ξεκινήσουμε λοιπόν τις έρευνες! Νεφέλη, ενεργοποίησε τον ανιχνευτή!
Κ.  (Η Νεφέλη ανταποκρίνεται. Μετά από μερικούς κύκλους ο ανιχνευτής κουνιέται και βγάζει ήχο.)
Ν.● Κάτι βρέθηκε εδώ! Να το!
Γ.● Τι είναι αυτό; Πιατάκι για σκυλάκι ή γατί; Να το ψάξουμε στη μηχανή αναζήτησης!
Ε.● Όχι, δεν βγάζει κάτι τέτοιο!
Α. ● Διακοσμητικό, μπιμπελό;
Ε.● Για να δω! Ούτε αυτό.
Β.● Ας περάσω τη φωτογραφία του στο γκουγκλ!
Χ.● Ουρανοί! Εδώ το ονομάζει τασάκι.
Μ.● Τασάκι; Τι είναι πάλι αυτό. Εμείς δεν έχουμε κάτι τέτοιο.
Γ.● Σταχτοθήκη ντε! Σκέψου και λίγο!
Χ. ● Χωρούσε εδώ η στάχτη από το τζάκι τους;
Γ.● Ε δεν παίζεσαι! Ποιο τζάκι! Σταχτοθήκη που ακουμπούσαν τα τσιγάρα τους!
Χ.● Τι τσιγάρα;  Τσιγάριζαν εδώ το φαγητό τους; Ανθυγιεινή συνήθεια!
Ν.● Μα στο φαγητό τον έχεις τον νου σου; Τσιγάρα λέγανε, για να δω λίγο καλύτερα την ανάρτηση, τσιγάρα λέγανε κάτι κοντά άσπρα στιλό, που ήταν από χαρτί κι αντί για μελάνη είχαν μέσα καπνό!
Β.● Καπνό; Και πώς τον έκρυβαν εκεί μέσα, δεν έφευγε;
Ν.● Μα δεν καταλαβαίνεις; Δεν ήταν καπνός αλλά καπνός!
Β.● Με φώτισες!
Ν.● Εσύ με μπερδεύεις με τις ερωτήσεις σου! Ένα φυτό έβαζαν μέσα, που το ονόμαζαν καπνό, ταμπάκο που λέγαν οι Εγγλέζοι, το έκαιγαν και κάπνιζαν τις αναθυμιάσεις του.
Μ.● Μα τι τεχνολογία αιχμής είχαν και μπορούσαν να φυσάνε καπνό στις αναθυμιάσεις!
Γ.● Ό,τι θέλεις καταλαβαίνεις! Κάπνιζαν σημαίνει ότι εισέπνεαν τον καπνό από τις αναθυμιάσεις του τσιγάρου.
Κ.● Εισέπνεαν!!! Μα δεν θα βρώμαγε;
Γ.● Ου!!! Λογικά πολύ! Αλλά η διαφήμιση τους έλεγε ότι όσοι κάπνιζαν θα γίνονταν ξεχωριστοί, θα ήταν in κι όχι τίποτε ξενέρωτοι!
Κ.● Και, γίνονταν;
Ε ● Βέβαια! Κιτρίνιζαν τα δόντια, χλώμιαζε η επιδερμίδα, μαύριζαν τα πνευμόνια ...
Μ.● ...η αναπνοή επιβαρυνόταν, ο οργανισμός μαραίνονταν…
Κ.● Όχι, δεν μπορώ να ακούσω άλλα!
Β.● Και ποιος τους υποχρέωνε να κάνουν κάτι τέτοιο! Τους είχαν σε πρόγραμμα πειραμάτων;
Α.● Ποιος υποχρέωνε!!! Πλήρωναν αδρά για να αγοράζουν αυτά τα καπνιστήρια!
Χ.● Πλή-ρω-ναν για να πάθουν όλα αυτά; Δεν τους εμπόδιζε κανείς;
Μ.● Ευτυχώς ναι, επιτέλους! Ιδρύθηκαν κάποια κοινωφελή ιδρύματα που προσπαθούσαν να κάνουν ενημέρωση παντού, ειδικά σε παιδιά και εφήβους. Επίσης, καθώς διαβάζω εδώ, ο δήμαρχος της Τριγουελάνδης απαγόρευσε ρητά το κάπνισμα στα μαγαζιά της πόλης.
Β. ● Είχε αποτέλεσμα η προσπάθειά του;
Α.● Ναι βεβαίως! Μάλιστα, επειδή δεν έφτανε η απαγόρευση, έβαλε τους εθελοντές του 7ου Λυκείου (σχολείου της εποχής εκείνης) να ενημερώσουν όλη την πόλη ότι δεν επιτρέπεται στην γενέτειρα του Ασκληπιού οι άνθρωποι να προκαλούν την αρρώστια αντί να τη θεραπεύουν!
Μ. ● Έπιασε το επιχείρημα;
Ε.● Οι πληροφορίες που διασώζονται είναι λιγοστές. Όμως λέγεται ότι κατόρθωσαν να διαδώσουν σε όλο τον κόσμο τις ιδέες τους και γι’αυτό ονόμασαν την Τριγουελάνδη έξυπνη πόλη και τη συζητούσαν παντού στα ΜΜΕ της εποχής, διεθνώς.
Χ.● Και τότε γιατί βλέπουμε ερείπια γύρω μας;
Ν.● Γιατί, καθώς φημολογείται, κάποιες χώρες τούτου του έρημου πλανήτη δεν σέβονταν το περιβάλλον, με αποτέλεσμα να λιώσουν οι πάγοι και να πλημμυρίσει η γη. Οι κάτοικοι της Τριγουελάνδης επιβιβάστηκαν στις ιπτάμενες έξυπνες κιβωτούς χωρίς πιλότο και μετεγκαταστάθηκαν σε άλλον πλανήτη, τον Τρικαλία, με τον οποίο έχουμε διπλωματικές σχέσεις.
Β.● Ώρα να φεύγουμε όμως!
Γ.● Να πάρουμε κι αυτό το αρχαιολογικό εύρημα, τα τασάκι, μαζί μας;
Α.● Α πα πα! Με τίποτα. Ας μείνει εκεί που ανήκει. Στο παρελθόν!

Σενάριο: Αγαθοκλής Αζέλης,



Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

Μαρούλα Κλιάφα, Η ιστορία ενός νεαρού Gamer, Εκδόσεις Πατάκης, Αθήνα 2018


Η κ. Μαρούλα Κλιάφα, πολύπλευρη προσωπικότητα και πολυτάλαντη η οποία εκφράζεται στην ποικιλία και την ποιότητα του έργου της, ανήκει στον τύπο του ερευνητή συγγραφέα. Έμπνευση και ταλέντο χαρακτηρίζουν όλα της τα λογοτεχνικά βιβλία, όμως αυτές τις δύο ιδιότητες τις επιστεγάζει μια πρακτική η οποία προέρχεται μάλλον από το αντικείμενο σπουδών της, τη δημοσιογραφία. Πριν γράψει, προβαίνει σε διεξοδική και πολυσχιδή έρευνα σχετικά με το θέμα της, ενώ εστιάζει σε θέματα μείζονος σημασίας ή επικαιρότητας ή συνδυασμού των δύο.
Στην τελευταία κατηγορία ανήκει το νέο της μυθιστόρημα που τιτλοφορείται Η ιστορία ενός νεαρού Gamer. Ο ρητός τίτλος δεν αφήνει περιθώρια για προβληματισμό και εναλλακτικές ερμηνείες, πράγμα το οποίο επιβεβαιώνεται από το ασυνήθιστο, είναι η αλήθεια, εισαγωγικό σημείωμα της συγγραφέως, στο οποίο εξηγεί "πώς και γιατί έγραψα ένα μυθιστόρημα για το gaming". Η κ. Κλιάφα φαίνεται να παρατηρεί προσεκτικά το ανθρωπογενές περιβάλλον και να εντοπίζει εκεί το θέμα της. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί στρατευμένο το βιβλίο της, όμως όχι με την έννοια της υποστήριξης κάποιας ιδεολογικής πλατφόρμας παρά της κοινωνικής ευαισθησίας για την ανάδειξη με διδακτικό τρόπο ενός μεγάλου προβλήματος, του εθισμού στα βιντεοπαιχνίδια. Θα μπορούσε κάλλιστα να τοποθετήσει κανείς στη θέση τους την ασταμάτητη πλοήγηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία υφαρπάζει επίσης χρόνο από ανθρώπους όλων των ηλικιών.
Στη Γερμανία εδώ και λίγα χρόνια τα ασφαλιστικά ταμεία συνταγογραφούν τη θεραπευτική διαβίωση για ένα διάστημα σε ειδικές κατασκηνώσεις αποτοξίνωσης από το διαδίκτυο, όπως στη χώρα μας συνταγογραφούν ιαματικά λουτρά. Καθώς εδώ απουσιάζει τέτοια μέριμνα, η συγγραφέας τοποθετεί την αφετηρία της αφήγησής της στον προθάλαμο ενός ψυχίατρου-ψυχαναλυτή, στον οποίο περιμένει τη σειρά του για την πρώτη συνεδρία γνωριμίας ο έφηβος Οράτιος, ο οποίος, όπως θα πληροφορηθούμε στη συνέχεια, είναι εξαρτημένος από τη χρήση βιντεοπαιχνιδιών. Πρόκειται για μοναχοπαίδι, γόνο ευκατάστατης οικογένειας, έξυπνο και καλλιεργημένο, το οποίο λόγω ελλιπούς ενδοοικογενειακής επικοινωνίας, υπανάπτυκτης ενσυναίσθησης και ιεράρχησης των προτεραιοτήτων της οικογένειας γύρω από το επιούσιο ευ ζην, αφού βιώσει ανομολόγητο σχολικό εκφοβισμό, θα βρει εκτόνωση και παρηγοριά στην εικονική και πάντοτε αναστρέψιμη πραγματικότητα των βιντεοπαιχνιδιών, διανύοντας την απόσταση από τη Σκύλλα του bulling στη Χάρυβδη του gaming. Οι γονείς επέλεξαν να προσφύγουν σε ιατρική βοήθεια. Η ιστορία εκτυλίσσεται στην Αθήνα και στη Λάρισα, δηλαδή στον τόπο μόνιμης κατοικίας και προσωρινής εγκατάστασης λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του αστού πατέρα.
Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη και διανθίζεται από λειτουργικούς διαλόγους, ενώ χρησιμοποιείται και η τεχνική των αναδρομών, για να διατηρηθεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο. Στο ευσύνοπτο βιβλίο κατορθώνει η συγγραφέας να περάσει ποικίλους προβληματισμούς, από το χάσμα των γενεών και τη δυσλειτουργία της ελληνικής αστικής οικογένειας, έως τους βίους παράλληλους κι ασύμπτωτους μελών της σχολικής μονάδας και την ευκολία να ακολουθήσει ένας έφηβος διαδρομές οι οποίες μπορούν να αποβούν τουλάχιστον ζημιογόνες. Στην πορεία της αφήγησης, η οποία εκτυλίσσεται με άξονες αναφοράς τις συνεδρίες του εφήβου με τον ψυχαναλυτή του, εκτυλίσσεται παράλληλα και το κουβάρι της ζωής του παιδιού το μπερδεμένο, το οποίο με τη βοήθεια του ειδικού και της οικογένειας η οποία δυσκολεύεται αλλά δεν κωφεύει, θα υπερβεί το πρόβλημά του μέσα από μια φροϋδικής έμπνευσης συνειδητοποίηση των αιτίων του. Η συγγραφέας, κυριαρχώντας στα εκφραστικά μέσα και στα ευρύτερα εργαλεία της τέχνης της δεν ενδίδει σε πειρασμούς εύκολων λύσεων. Μάλιστα στο τέλος θα επινοήσει μια ανατροπή, την οποία θα διαπιστώσουν όσοι διαβάσουν το βιβλίο, κι ευχόμαστε να είναι πολλοί, καθώς, όπως ήδη ελέχθη, θίγει σημαντικά ζητήματα της ζωής των σύγχρονων εφήβων και του περίγυρού τους, η εξοικείωση με τα οποία μπορεί να λειτουργήσει ως η άκρη του νήματος για την αντιμετώπισή τους.

Αγαθοκλής Αζέλης



Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Το κουτί με τις φωνές


Δεν φτάνει που άνθρωπος του βουνού αυτός βρέθηκε ναύτης στο πολεμικό ναυτικό, του έμελλε να ζήσει σε λίγο χρόνο πρωτόγνωρα πράγματα. Του φόρεσαν κοντά παντελονάκια (βερμούδες τα λέμε τώρα) και μάλιστα άσπρα, τον ανέβασαν σε πλοίο και του δίδαξαν κολύμπι στη θάλασσα, τον έφεραν σε επαφή με τη μεγαλούπολη, τους πειρασμούς της και τις δυσκολίες της. Ας είναι όμως, διέκοπτε τον μονόλογό του, τον έσωσε το ναυτικό. Τα βουνά είχαν γεμίσει κουφάρια από φαντάρους του πεζικού. Το πιο παράξενο πράγμα που είδε στο πλοίο δεν ήταν η πυξίδα ή τα πυροβόλα. Ήταν ένα τεράστιο κουτί, πόρτα πρέπει να ήταν, που πίσω της κρύβονταν κάποιοι άγνωστοι που τραγουδούσαν ή μιλούσαν, χωρίς να δείχνουν τα πρόσωπά τους. Μα για ποιο λόγο να ντρέπονται; αναρωτήθηκε ο Μ. Στο χωριό η κομπανία των μουσικών στα πανηγύρια και τους γάμους, πριν τον πόλεμο βέβαια, στέκονταν στο κέντρο των γλεντοκόπων και ήταν πρόσωπα ξεχωριστά. Άσε που κόλλαγαν το κλαρίνο στο αυτί του πρωτοχορευτή! Θα είναι συνήθεια που μας έφεραν οι Εγγλέζοι, σκέφτηκε, όλα παράξενα τα κάνουν αυτοί. Όμως η φυσική του περιέργεια δεν τον άφηνε να ησυχάσει. Μια μέρα, ενώ ετοιμάζονταν για έξοδο, είδε έναν Αθηναίο ναύτη να τραβάει ένα χοντρό σκοινί κοντά στην πόρτα με τους μουσικούς κι αμέσως τους κόπηκε η μιλιά. Αυτό δεν το χώραγε ο νους του. Την επόμενη μέρα εξόδου κρύφτηκε, για να παρακολουθήσει τι γίνεται, χωρίς να δίνει στόχο. Ο τελευταίος ναύτης τράβηξε πάλι εκείνο το σχοινί κι η μουσική κόπηκε μαχαίρι. Όταν βεβαιώθηκε ότι άδειασε το πλοίο, ο Μ. έπιασε με ταραχή εκείνο το ιδιότυπο σκοινί με τη διχάλα στην άκρη και το έβαλε στην τρύπα από όπου την έβγαλε η παλιοσειρά. Λίγο έλειψε να του έρθει ανακοπή απ' τις φωνές που αναδύθηκαν ξαφνικά! Τράβηξε πάλι το σκοινί, ησυχία! Επανέλαβε τις κινήσεις, τα ίδια. Αποβιβάστηκε περισσότερο μπερδεμένος από ό,τι πριν. Αργότερα πληροφορήθηκε ότι δεν κρύβονταν άνθρωποι από πίσω αλλά ήταν ένα μηχάνημα που το ονόμαζαν ραδιόφωνο. Όταν μετά από χρόνια κυκλοφόρησαν τα φορητά μπαταρίας, αγόρασε ένα για συντροφιά στη στάνη. Ήταν Grundig και ο νήπιος γιος του το αποκαλούσε λάλα, θείο δηλαδή, όσο ακόμη λειτουργούσε, πριν το ανοίξει κρυφά για να εντοπίσει τον μικρόσωμο πολυλογά συγγενή, που δεν τον καταλάβαινε, καθώς μιλούσε γρήγορα κι ελληνικά.

Αγαθοκλής Αζέλης

Ο χαρτοφύλακας

Ήταν η δεύτερη φορά που οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό. Ό,τι είχε απομείνει δηλαδή. Πάντως ανθρώπους βρήκαν, γιατί ο κόσμος είχε ξεθαρρέψει, έβγαινε από τα καταλύματα στο δάσος κι έσκαβε στους κήπους ή τα ερείπια για να βρει καμιά μισοκαμένη φλοκάτη ή κανένα ρούχο για να πορευτεί. Έκλεισαν πολλά γυναικόπαιδα στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου και τους έκαναν παρανάλωμα του πυρός. Ο Μ. το θυμόταν καλά το περιστατικό και το ανέφερε πάντα όταν ο λόγος του περιστρεφόταν γύρω από τα αγαπημένα του θέματα, της εποχής της κατοχής. Το συνέδεε με ένα προσωπικό βίωμα. Περπατούσε ξυπόλυτος στην ποταμιά στην κοπατσίνα. Σε μια όχθη ξεχώριζε από μακριά ένας άντρας ξαπλωμένος. Πλησιάζοντας κατάλαβε από το κράνος ότι ήταν Γερμανός στρατιώτης. Σαν να κοιμόταν έμοιαζε ή σαν να επιχειρούσε να ξεδιψάσει. Οι δικοί του ήταν ακόμη απασχολημένοι και δεν πρόλαβαν να τον μαζέψουν. Δίπλα του ήταν ένας μεγάλος δερμάτινος χαρτοφύλακας. Ο Μ. τον άνοιξε. Άχρηστα χαρτιά βρήκε μέσα και λίγες φωτογραφίες. Δεν μπόρεσε να κάνει ταύτιση προσώπου, γιατί τα θηρία πρόλαβαν να το παραμορφώσουν τη νύχτα. Κράτησε για λίγο τον χαρτοφύλακα αναποφάσιστος. Σκόρπισε μετά τα χαρτιά στο ποτάμι, γύρισε την πλάτη και τράβηξε για τις καλύβες στο δάσος. Εκεί έμαθε για τα γυναικόπαιδα. Με τον χαρτοφύλακα έφτιαξε ένα ζευγάρι τσαρούχια. Κράτησαν καιρό, γιατί ήταν καλής ποιότητας δέρμα, στρατιωτικό υλικό. Δεν φοβήθηκε; ρώτησε ένας από την ομήγυρη που άκουγε την αφήγηση γύρω από το κυριακάτικο τραπέζι. Την πρώτη φορά ναι, είπε, μετά το συνήθισε, όπως οτιδήποτε επαναλαμβάνεται με συχνότητα γύρω μας.

Αγαθοκλής Αζέλης

Ο τραυματίας φοιτητής


Στον φίλο Αλέξανδρο Χονδρό, τραυματία φοιτητή του Πολυτεχνείου

            Εκείνο το πρωί ο Μ. επέστρεψε απροσδόκητα στο σπίτι χωρίς να μείνει για το μεροκάματο. Όπως θα εξηγούσε με υπερένταση στους άλλους, το τρόλλεϋ έκανε τέρμα στην Πανεπιστημίου και δεν έστριψε στην Πατησίων. Αναγκαστικά πήρε με τα πόδια τον δρόμο για την οικοδομή. Λίγο πριν τη διασταύρωση με την Τοσίτσα τον σταμάτησε ένας αστυνομικός και του απαγόρευσε να συνεχίσει. Του είπε να μαζευτεί στο σπίτι, γιατί τα πράγματα είναι δύσκολα, οι φοιτητές έκαναν επανάσταση. Εκείνος υπάκουσε, έχοντας πριν αντιληφθεί ότι η πύλη του πολυτεχνείου ήταν πεσμένη σε χαλάσματα και κάτι αστυνομικοί με μάνικα ξέπλεναν τον δρόμο. Πρέπει να έγινε μεγάλο κακό, είπε. Το προηγούμενο απόγευμα που πέρασε από εκεί είχε πολύ λαό και τώρα ερημιά. Καθώς έλεγε αυτά ακούστηκε φασαρία στον διάδρομο του υπογείου της πολυκατοικίας στην Καλλιθέα. Βγήκε έξω κι επέστρεψε αμέσως παίρνοντας βαμβάκι και ιώδιο. Η πόρτα της γκαρσονιέρας που έμενε ο φοιτητής ήταν μισάνοιχτη. Μπήκε με φόρα μέσα, ενώ οι ένοικοι των καθώς πρέπει ορόφων είχαν κατεβεί και φώναζαν ότι είναι τρελός, ότι συμμάζεψε τον αλήτη αντί να τον πετάξει έξω, ότι έβαζε σε κίνδυνο τους νοικοκυραίους, αν έπαιρνε είδηση η αστυνομία το περιστατικό. Εκείνος, μολονότι οξύθυμος, σαν να μην τους άκουγε. Ο μικρός, που τον είχε ακολουθήσει, κρυφοκοίταζε από την πόρτα. Σε ένα κρεβάτι ήταν ξαπλωμένος ο ψηλός μελαχρινός άνδρας, γυμνός από τη μέση και πάνω. Το τριχωτό κορμί του είχε βαθιές εκδορές σε διάφορα σημεία. Ο Μ. αφού περιποιήθηκε τις πληγές, του είπε να μην ανησυχεί, ήταν επιφανειακές. Πιο πολύ ήταν ο φόβος... Να κρύβεται όμως και να μη βγαίνει έξω. Από τον σταθμό του BBC στα βραχέα, με την κεραία συνδεδεμένη με καλώδιο στο πολύφωτο για να πιάνει, κρυφάκουσαν αργότερα τα καθέκαστα. Ήταν Νοέμβρης του 1973. Λίγο καιρό αργότερα ο σγουρομάλλης τραυματίας θα έβγαινε ξανά έξω, δίχως να δίνει στόχο. Όταν έβλεπε τον Μ., τον χαιρετούσε. Όχι όμως και οι συγκάτοικοι, ακόμη και μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, όταν σχεδόν όλοι οι Αθηναίοι φορούσαν τα χρώματα της αντίστασης και είχαν να αφηγηθούν ηρωικές πράξεις. Ο μικρός, σε άλλη ηλικία έμαθε από τρίτον ότι ο Μ. είχε ανάλογη πράξη στο ενεργητικό του κατά την περίοδο της άλλης κατοχής. Όμως δεν ζούσε, για να τον ρωτήσει.