Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Η τέχνη αντίδοτο στην κρίση

Το Μουσικό Σχολείο Τρικάλων ως παιδαγωγικός οδοδείκτης


 
Πριν λίγες μέρες το Μουσικό Σχολείο Τρικάλων παρουσίασε στο κατάμεστο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου μια εκδήλωση-αφιέρωμα στον καινοτόμο ποιητή στιχουργό και μεταφραστή Νίκο Γκάτσο. Πρόκειται για μια εκδήλωση που ξεπερνούσε τα πλαίσια μιας «απλής» συναυλίας, καθώς επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί ο Γκάτσος πολύπλευρα και μέσα στο πλαίσιο της συνολικής του πνευματικής δημιουργίας να αποτιμηθεί το έργο του. Ο διευθυντής του σχολείου κ. Β. Παπακώστας τοποθέτησε το έργο του Γκάτσου στην πνευματική δημιουργία και τις αναζητήσεις της εποχής του, ενώ η φιλόλογος κ. Α. Χιώτη παρουσίασε διεξοδικά τη δισκογραφία η οποία χρησιμοποιεί στίχους του ίδιου ποιητή. Η ορχήστρα και η χορωδία του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων, υπό την διεύθυνση του μαέστρου Ν. Κοφίνα, ο οποίος συνεργάστηκε με τους καθηγητές μουσικής κ. Φ. Φροξυλιά και Μ. Ζαχαρτζή, παρουσίασαν πολυάριθμα αντιπροσωπευτικά τραγούδια από το ευρύτατο σχετικό μουσικό ρεπερτόριο, ενώ μερικοί μαθητές τραγούδησαν σε σόλο ή ντουέτο με αισθαντικότητα μεγάλης δυσκολίας τραγούδια, μολονότι στο σχολείο δεν διδάσκεται η μονωδία.

Είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι η προεργασία για μια συναυλία κρύβει πολύπλευρη και χρονοβόρα εργασία των υπεύθυνων εκπαιδευτικών. Προηγείται η επιλογή των κομματιών και η προσαρμογή - διασκευή τους για τα σύνολα. Για να αναφερθώ στη συγκεκριμένη συναυλία, για την οποία ζήτησα πληροφορίες, ο κ. Κοφίνας διασκεύασε το μέρος της ορχήστρας, γιατί για τα συγκεκριμένα όργανα που έχει στο μουσικό σύνολο δεν υπάρχουν έτοιμες παρτιτούρες. Ο κ. Ζαχαρτζής πάλι υλοποίησε τη χορωδιακή επεξεργασία (προσάρμοσε δηλαδή τα τραγούδια στο σχήμα της υπάρχουσας χορωδίας, καθώς δεν υπάρχουν έτοιμες παρτιτούρες, δεδομένου ότι τα τραγούδια διαθέτουν μια μελωδία, ενώ η χορωδία διαθέτει τρεις ομάδες φωνών). Ανάλογη εργασία έκανε η κ. Φροξυλιά με το δικό της χορωδιακό σύνολο. Μετά ακολούθησαν οι πρόβες, οι οποίες αποτελούν το δεύτερο σκέλος της προετοιμασίας.

Θα αναρωτηθεί κανείς, τι εξυπηρετεί αυτή η αναλυτική αναφορά; Πρόκειται για μια προσπάθεια να φωτιστούν ορισμένες παράμετροι οι οποίες ούτε ευνόητες ούτε αυτονόητες φαίνεται να είναι. Συγκεκριμένα, θα ήθελα να παρουσιάσω τη βασική διάσταση της εκδήλωσης, η οποία δεν είναι βεβαίως απλώς η επί σκηνής παρουσία δεκάδων μαθητών του σχολείου, παρά η πολύμηνη προετοιμασία της στο σχολείο.

Στην περίπτωση των επαγγελματικών μουσικών συνόλων είναι λογικό να μην απασχολούν το φιλόμουσο κοινό οι πρόβες τους. Στην περίπτωση όμως σχολικών μουσικών συνόλων, συμβαίνει ή οφείλει να συμβαίνει το αντίθετο. Η ουσία (καλλιτεχνική και παιδαγωγική) βρίσκεται στις πρόβες και όχι στην παράσταση. Αυτό συμβαίνει, διότι οι νεαροί μουσικοί είναι μαθητές, οι οποίοι παρακολουθούν καθημερινά τα σχολικά μαθήματα (και τα αντίστοιχα … απογευματινά, με το ανάλογο χρονικό κόστος) και επιπλέον παρακολουθούν μαθήματα μουσικών οργάνων σε πρόσθετες διδακτικές ώρες, ενώ συμμετέχουν και σε μουσικά σύνολα, τα οποία υλοποιούν τις ενδοσχολικές γιορτές και τις δημόσιες εκδηλώσεις του σχολείου. Αν δεν είναι άθλος ό,τι κατορθώνουν αυτοί οι μαθητές, τότε μάλλον έχουν χάσει οι λέξεις τη σημασία τους. Όμως το θέμα εξακολουθεί να μην είναι ποσοτικό. Αξίζει να προσέξει κανείς την παιδαγωγική διάσταση του πράγματος, η οποία προσφέρει απαράμιλλη ποιότητα. Συγκεκριμένα, ενώ για τα Γενικά Λύκεια το Υπουργείο Παιδείας προγραμμάτισε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, της οποίας ένας βασικός στόχος είναι η μαθητοκεντρική και ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, με στόχο να καλλιεργηθούν οι δεξιότητες του μαθητή μέσα από τη συνεργασία σε ομάδες υπό την καθοδήγηση και όχι την αυταρχία του καθηγητή, στο Μουσικό Σχολείο αυτοί οι στόχοι υπάρχουν και υλοποιούνται από την αρχή της λειτουργίας του. Συγκεκριμένα, κάθε μαθητής, στο ατομικό μουσικό μάθημα, αποτελεί το επίκεντρο, την αρχή και το τέλος (=σκοπό) του μαθήματος. Η επίδοσή του εξελίσσεται και συνάμα ελέγχεται και αξιολογείται από μάθημα σε μάθημα, ενώ ο ίδιος είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να κάνει την αυτοαξιολόγησή του. Η εκμάθηση μουσικού οργάνου απαιτεί, πέρα από την ευαισθησία, μεγάλη αυτοπειθαρχία, η οποία επίσης διδάσκεται και κατακτάται με την πάροδο του χρόνου. Από την άλλη μεριά η συμμετοχή στα μουσικά σύνολα (ορχήστρα ή χορωδία) διδάσκει στα παιδιά άλλες δεξιότητες, αρχές και αξίες. Εδώ διδάσκεται ο απόλυτος συντονισμός και η συνεργασία, η υπέρβαση του εγώ και η διάλυσή του μέσα στο εμείς της συλλογικότητας, με έναν ιδιαίτερο τρόπο: ενώ δεν καταργείται το υποκείμενο-πρόσωπο, εναρμονίζεται με το συλλογικό υποκείμενο-μουσικό σύνολο, στο οποίο κάθε όργανο ξεχωρίζει μεν, όμως αυτό γίνεται μέσα από τη συν-φωνία, την ένωση με τα άλλα με στόχο την επίτευξη του τελικού αποτελέσματος, το οποίο υπακούει σε τελευταία ανάλυση και σε μια αισθητική αρχή. Αυτή η ύψιστη παιδαγωγική διαδικασία, ιερουργία θα την ονόμαζα αν δεν κινδύνευα να χαρακτηριστώ γλυκερός, συντελείται καθημερινά στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων. Το αποτέλεσμα είναι, χωρίς να καταργούνται τα λειτουργικά όρια, μαθητές και εκπαιδευτικοί να συγχωνεύονται σε ένα ενιαίο παιδαγωγικό σύνολο, να ενεργούν σαν μέλη μιας πολυμελούς οικογένειας, η οποία μαθαίνει να αντιμετωπίζει συλλογικά τα ζητήματα που προκύπτουν κάθε φορά. Κάθε σχολική χρονιά λαμβάνει χώρα στο σχολείο πολύπλευρη παιδαγωγική δράση, τόσο στο πλαίσιο των μουσικών μαθημάτων όσο και σε εκείνο των μαθημάτων γενικής παιδείας, τα οποία δεν λαμβάνουν δημοσιότητα, όμως συμβάλλουν σημαντικά στην καλλιέργεια των παιδιών.

Ας μην υποτιμήσουμε όμως την ίδια τη συναυλία, την έκθεση δηλαδή των μαθητών σε εξωσχολικό κοινό. Καθημερινά συζητάμε οι εκπαιδευτικοί με τους μαθητές και τους γονείς τους την ανάγκη να συνειδητοποιήσουν οι νεαροί μας συνεργάτες ότι η ζωή αποτελεί μια «παράσταση», στην οποία εφαρμόζει κανείς όσα έμαθε από το σχολείο και τους λοιπούς φορείς κοινωνικοποίησης, ότι η ζωή απαιτεί κυρίως όχι πληροφορίες αλλά δεξιότητες. Η συμμετοχή λοιπόν των μαθητών στις δημόσιες συναυλίες αποτελεί την ύψιστη πρόβα για τον δημόσιο βίο τους, καθώς απέναντί τους έχουν άτεγκτους κριτές, ένα κοινό που πρέπει να το κατευνάσουν και να το κερδίσουν, αφού πρώτα πειθαρχήσουν απαρέγκλιτα στις αρχές του μουσικού συνόλου και στις οδηγίες του μαέστρου. Όταν μάλιστα συμμετέχουν και καθηγητές στο σύνολο, τότε ολοκληρώνεται η εικόνα του μουσικού συνόλου ως κοινωνίας ανθρώπων με ποικίλου επιπέδου ηλικίες και δεξιότητες, τις οποίες αλληλέγγυα μοιράζονται υπηρετώντας τον κοινό στόχο. Σε μια άναρχη, απείθαρχη, δίχως όρους ανταγωνιστική, ατομικιστική και σε μεγάλο βαθμό ακαλαίσθητη και δυσαρμονική κοινωνία σαν την ελληνική, το Μουσικό Σχολείο οφείλει να αποτελεί σημείο αναφοράς και πρότυπο, Θερμοπύλες μιας καταρρέουσας κοινωνίας των πολιτών.

Θεωρώ ότι τα παραπάνω πρέπει να έχει κανείς στο νου του όταν παρακολουθεί μια εκδήλωση του Μουσικού μας Σχολείου και με βάση αυτές τις παραμέτρους να κρίνει το αποτέλεσμα. Με αυτόν τον τρόπο και όχι με βάση την υποκειμενική αισθητική αποτίμηση του μέσου ανθρώπου (με ή χωρίς μουσική παιδεία και εμπειρία) αξίζει να κρίνουμε την παράσταση και το σχολείο στο σύνολό του.

Το παιδαγωγικό έργο που παρουσίασα παραπάνω αποτελεί πόλο έλξης για τους γονείς οι οποίοι αγωνιούν να προσφέρουν στα παιδιά τους σφαιρική παιδεία σε ένα παιδαγωγικά άρτιο και ασφαλές περιβάλλον. Ως εκ τούτου, μόνο ως προϊόν άγνοιας ή πονηρίας θα αξιολογούσα την (απαξιωτική μάλιστα) έμφαση που δίνουν κάποιοι στο ζήτημα της σίτισης των μαθητών του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων. Το σχολείο δεν λειτούργησε ποτέ ως οικοτροφείο, παρά ως υψηλής ποιότητας εκπαιδευτική και παιδευτική μονάδα. Το ίδιο το γεύμα που πρόσφερε το σχολείο, πάλι μια βασική παιδαγωγική αρχή υπηρετούσε: τη συνεύρεση, τον συντονισμό, τη συλλειτουργία. Εκτιμώ ότι όποιος εξωσχολικός παράγοντας νοιάζεται τους μαθητές, αυτή την παράμετρο θα όφειλε να τονίζει κι όχι να επισείει την απειλή της ασιτίας.


Υ.Γ. Τα παραπάνω αποτελούν ασφαλώς προσωπικές απόψεις.

 Αγαθοκλής Αζέλης


Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011


Κρίσεις και … ακρισίες.



Πρόσφατα πληροφορηθήκαμε από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ότι έλαβαν χώρα οι αντικειμενικότερες επιλογές διευθυντών σχολικών μονάδων που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Οι κρίσεις έγιναν μάλιστα με βάση συγκεκριμένο αναλυτικό νόμο, ο οποίος προσδιόριζε και μοριοδοτούσε αναλυτικά τα προσόντα των υποψηφίων. Έτσι λοιπόν βρέθηκε ένας αντικειμενικός τρόπος αξιολόγησης, καθώς ελέχθη. Επειδή όμως για τη διακονία ενός τόσο υψηλού στόχου δεν αρκούσαν τα λεγόμενα μετρήσιμα προσόντα, απαριθμούμενα με «σταθερά μόρια», η πολιτεία φρόντισε να ορίσει και μια συμπληρωματική διαδικασία, η οποία καλείτο να συμβάλει στη σφαιρική αξιολόγηση των υποψηφίων. Συγκεκριμένα ορίστηκε μια προφορική συνέντευξη ενώπιον επταμελούς επιτροπής, η οποία θα συγκροτείτο από την αφρόκρεμα της εκπαιδευτικής κοινότητας, καθώς καλείτο να αξιολογήσει συνολικά την προσωπικότητα των υποψηφίων, δηλαδή τον ατομικό φάκελο με τις δραστηριότητές τους που δεν βαθμολογήθηκαν με «σταθερά μόρια», καθώς και την ανάλυση μιας μελέτης περίπτωσης από την εκπαιδευτική φιλοσοφία ή συγκυρία κατά περίπτωση. Επειδή το έργο ήταν πολύ δύσκολο και σύνθετο, καθώς γράφτηκε και ελέχθη δημοσίως, επιλέχθηκαν πρόσωπα με ιδιαίτερα προσόντα και εμπειρία, τα οποία μπορούσαν να αξιολογήσουν ποικιλία έργου, όπως συγγραφικό έργο σε όλους τους κλάδους των εκπαιδευτικών, από τα μαθηματικά μέχρι τη λογοτεχνία, να σταθμίσουν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης την ικανότητα του υποψηφίου να ηγηθεί μιας σχολικής μονάδας με οργανωτικό πνεύμα, συνεργατικότητα, ευελιξία και ανθρωπισμό, πάντα μέσα στα πλαίσια της σύγχρονης θεωρίας της διοίκησης της εκπαίδευσης και της διεθνοποίησης της χώρας μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.

Πράγματι ο συνυπολογισμός τόσων παραμέτρων καθιστούσε το έργο της επιτροπής πολύ δύσκολο, οπότε η επιτυχής, καθώς λέγεται, έκβαση του έργου δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια κοσμογονία στην εκπαίδευση, η οποία ετοιμάζεται να εισέλθει στην εποχή του νέου σχολείου, στο οποίο δίνεται το προβάδισμα στον μαθητή. «Είναι στ’ αλήθεια παρήγορο, αισιόδοξο και συγκινητικό», σκέφτηκε ο μικρομεσαίος καθηγητής Καλόφημος, «που καταμεσής σε μια ολική, καθώς διατυμπανίζουν τα κανάλια, κρίση του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μας, ένας κρίσιμος τομέας δείχνει να λειτουργεί με οδυνηρή, θα έλεγε κανείς, αντικειμενικότητα και ακρίβεια». Δεν ξέρω πώς διάβασε τη σκέψη του ο γνωστός στους αναγνώστες μας φίλος του, ο περίφημος Χανς Κρίστιαν, ο οποίος έσπευσε από κάποια μακρινή χώρα που δεν ανέφερε στο μαίηλ του, να μακαρίσει τον Καλόφημο για την τύχη του να διαμένει σε τέτοια χώρα με ευρωπαϊκή νοοτροπία αιχμής, την ώρα που αλλού γίνονται σημεία και τέρατα! Ο Καλόφημος κάθισε και διάβασε με προσοχή την αναφορά του Χανς Κρίστιαν για τη μακρινή χώρα του άλλου ημισφαιρίου, την περιβόητη Τριγουελάνδη, η οποία έχει απασχολήσει επανειλημμένως τον συγγραφικό του οίστρο αλλά και τη διεθνή κοινότητα για τον αβδηριτισμό της και την ατάσθαλη συμπεριφορά της, στην οποία, αν η χώρα δεν βρισκόταν στο νότιο ημισφαίριο, θα καταλογίζονταν οθωμανικές καταβολές. Βεβαίως ο Καλόφημος καταλόγισε κρυφά στον Χανς Κρίστιαν μαξιμαλισμό με τάσεις υπερβολής στην αφήγησή του, επηρεασμένος από το επάγγελμά του, όμως δεν αμέλησε να ανατριχιάσει με αυτά που διάβασε. (Αυτός ο παμπόνηρος ο Χανς Κρίστιαν τούτη τη φορά απέφυγε να του τηλεφωνήσει, για να μην του δώσει το περιθώριο ερωτήσεων και σχολίων, και του έστειλε, όπως είπαμε, μαίηλ.) Έγραφε τέτοιες υπερβολές, που στην αρχή ο Καλόφημος σκέφτηκε να πετάξει το μαίηλ στον κάλαθο των αχρήστων αδιάβαστο! Όμως η έμφυτη περιέργειά του τον απέτρεψε τελικά. Ευτυχώς, θα έλεγα, διότι αν είχε επιμείνει, δεν θα είχε διαβάσει το μαίηλ, δεν θα είχε μεταφέρει το τερατώδες περιεχόμενό του στο μπλογκ του, κι εμείς δεν θα είχαμε την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε το υψηλό επίπεδο πολιτικού και κοινωνικού πολιτισμού της χώρας στην οποία ζούμε, ώστε κάθε φορά που πίνουμε από το νερό του πολιτισμού να ανυψώνουμε τον αυχένα σαν την όρνιθα της παροιμίας και να ευχαριστούμε τον Δημιουργό που μας έστειλε εδώ.

Στην Τριγουελάνδη λοιπόν, μετέφεραν σαν καρικατούρα, λέει, το δικό μας σύστημα κρίσης διευθυντών σχολείων, χρησιμοποιώντας ως άλλοθι στους απληροφόρητους καλόπιστους αβορίγινες την επιτυχία τους στη δική μας ευρωπαϊκή χώρα! Τι έκαναν λοιπόν; Πρώτα απ’ όλα, προσάρμοσαν τον γλωσσικό κώδικα στα πρότυπα της οργουελιανής κοινωνίας. Θέλοντας να δείξουν οι νοτιοημισφαιρίτες ότι είναι εκσυγχρονιστές και ότι προωθούν την ποιότητα και τα προσόντα, μείωσαν το όριο της προϋπηρεσίας που προβλεπόταν, προκειμένου να έχει κανείς το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για διευθυντής. Ο κόσμος κατάλαβε ότι άνοιξε ο δρόμος για νέους συγκριτικά ανθρώπους, με νέες αντιλήψεις, περισσότερες γνώσεις και σφαιρικότερες σπουδές. Όμως, καθώς γράφει ο Χανς Κρίστιαν, το πράγμα είχε πονηριά. Διότι μοριοδότησαν τόσο πολύ την προϋπηρεσία, ώστε κάποιοι νεότεροι υπηρεσιακά, αυτοί δηλαδή που διέθεσαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους και υπέστησαν ποικίλες στερήσεις προκειμένου να κάνουν πολυετείς μεταπτυχιακές σπουδές και να μάθουν ξένες γλώσσες, δεν μπορούσαν συνάμα να εργάζονται στο τριγουελανδικό δημόσιο και να μετράνε συντάξιμα. Οπότε όλοι οι παλαιάς κοπής υποψήφιοι ξεπερνούσαν σε μόρια τους νεήλυδες. Πώς το κατάφεραν αυτό χωρίς να ακουστεί κανένα σχόλιο; Όρισαν τα μετρήσιμα μόρια με οργουελικό τρόπο, ούτως ώστε, μια μεγάλη προϋπηρεσία, κατά την οποία κάποιος αβδηρίτης Τριγουελάνδιος μπορεί να θεωρούσε το σχολείο σαν έναν ενδιάμεσο σταθμό από το σπίτι στο σλιβοβιτσάδικο (= τσιπουράδικο στη γλώσσα της Τριγουελάνδης), μπορεί να μην του ζήτησαν ποτέ οι μαθητές του να τους αναλάβει και την επόμενη σχολική χρονιά, όμως τα χρόνια που περνούσαν μετρούσαν, έστω αναξιολόγητα, και μεταφράζονταν σε μόρια. Έτσι μια μεγάλη προϋπηρεσία εξισωνόταν βαθμολογικά με ένα διδακτορικό και την άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας, που για να τα αποκτήσει κανείς, όχι μόνον έπρεπε να καταβάλει κόπο, χρόνο και δαπάνες οικονομικές, αλλά και να περάσει από αυστηρότατη αξιολόγηση, αν ασφαλώς δεν εκπονείτο με τη μέθοδο φασόν σε κάποια από τις πανεπιστημιακές μπανανίες. Έτσι τα μόρια από αξιολόγηση συναγωνίζονταν σε αριθμό μόρια από μη αξιολόγηση. Βεβαίως, συνέχιζε ο Χανς Κρίστιαν, στις προνεωτερικές κοινωνίες στις οποίες δεν ισχύει δίκαιο και κανόνες με την έννοια που αυτά είναι γνωστά σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, είναι καθιερωμένη η πρόκριση συμβουλίων γερόντων (senatus= γερουσία), οι οποίοι μεριμνούν για τη διασφάλιση του όποιου δικαίου. Έτσι λοιπόν ακόμη και απόφοιτος του γνωστού στο βόρειο ημισφαίριο Χάρβαρντ δεν θα είχε πολλές πιθανότητες να ξεπεράσει σε σταθερά μόρια τους νουνεχείς παλαιούς.

Για να κρατήσουν τα προσχήματα οι Τριγουελάνδιοι και να καταστήσουν πιο αξιόπιστο το φαίνεσθαι του συστήματος (φαίνεσθαι με την έννοια που προσδίδει η μετακαντιανή φιλοσοφία στα εμπειρικά δεδομένα των αισθήσεων) μιμήθηκαν και την προφορική συνέντευξη, με την οποία στη δική μας χώρα, όπως ακριβώς και στη Βρετανία π.χ., σοφοί άνθρωποι, κοινωνικά και επιστημονικά διακεκριμένοι, σταθμίζουν την προσωπικότητα των υποψηφίων με τέτοιο τρόπο, που να ακτινογραφούν το είναι τους σε επίπεδο σωφροσύνης, χαρακτήρα και ικανοτήτων. Συνάμα όμως φρόντισαν να δημιουργήσουν συνθήκες τέτοιες που οι αρεστοί να προκριθούν άριστοι, σε αντίθεση με το νέο δόγμα του πολιτεύεσθαι στη δική μας χώρα. Έτσι, καθώς γράφει ο Χανς Κρίστιαν (το μεταφέρω με επιφύλαξη, διότι στο επάγγελμα είναι παραμυθάς), σε επιτροπές κρίσεων τοποθετήθηκαν, σε αντίθεση με τη δική μας περίπτωση, άνθρωποι που δεν είχαν πτυχίο ισάξιο με των υποψηφίων, άλλοι δεν γνώριζαν ξένες γλώσσες, μολονότι καλούνταν να σταθμίσουν το ειδικό βάρος της περίσσειας κατά περίπτωση γλωσσομάθειας υποψηφίων, άλλοι δεν είχαν γράψει μια αράδα επιστημονικού ή παιδαγωγικού κειμένου, όμως ανέλαβαν το ρόλο να αξιολογήσουν διδακτορικές διατριβές, μελέτες, λογοτεχνικά έργα, εισηγήσεις σε συνέδρια και τόσα άλλα δημιουργήματα υποψηφίων! Εκτός αυτών, δύο μέλη της επιτροπής, εκπρόσωποι των μεγάλων συνδικαλιστικών παρατάξεων της Τριγουελάνδης, χωρίς άλλα ειδικά χαρακτηριστικά, συμπλήρωσαν την επιτροπή των ειδικών. Επίσης, στο παρασκήνιο, καθώς γράφει ο Χανς Κρίστιαν, ο νεποτισμός πήρε φωτιά, ώστε να βαθμολογηθούν καταλλήλως οι άριστοι αρεστοί. Έτσι όσοι είχαν κομματικά ένσημα, συγγένειες, γειτνιάσεις, διέθεταν την έξωθεν καλή μαρτυρία με τον τρόπο που ο καθ’ ημάς Δηλιγιάννης την όρισε στην περίφημη ρήση του «εαν δεν εμπιστευθώ την κρίσιν του κουρέως μου, τότε ποίον θα εμπιστευθώ!», όλοι αυτοί επιδοτήθηκαν αναλόγως. Θα κούραζε τους αναγνώστες η διεξοδική παράθεση των γραφομένων του Χανς Κρίστιαν, άλλωστε δεν έχουν όλοι το χρόνο και τη διάθεση ενός αργόσχολου παραμυθά. Ούτε όλοι οι επιλεγέντες δεν άξιζαν σε σχέση με μη επιλεγέντες. Απλώς θα μεταφέρω την απορία του επιστολογράφου σχετικά με την περίπτωση ενός υποψηφίου, γνωστού στους αναγνώστες της στήλης με το όνομα Ιμόρταλ. Ο Ιμόρταλ βαθμολογήθηκε με άριστα, όπως και αρκετοί άλλοι συνυποψήφιοι, επαξίως μεν σύμφωνα με τον Χανς Κρίστιαν, παραδόξως όμως πάλι, καθώς οι ιθύνοντες είχαν σύρει επανειλημμένως παλαιότερα αυτόν τον ανυποχώρητα μαχητικό άνθρωπο σε δίκες με την ανυπόστατη κατηγορία της παράβασης καθήκοντος, στην κρίση όμως βαθμολόγησαν με άριστα, δηλαδή ως ικανότατο και νομιμόφρονα, τόσο αυτόν όσο και τον κατήγορό του! Παράξενα πράγματα, όμως προέρχονται από μια κοινωνία της οποίας τις ιδιαιτερότητες δεν μπορούμε να κατανοήσουμε στη δική μας χώρα! Ένα τελευταίο πράγμα που εξόργισε ακόμη περισσότερο τον Χανς Κρίστιαν ήταν ότι αρκετοί Τριγουελάνδιοι έδειχναν να καταλαβαίνουν τι συνέβη, το συζητούσαν ευκαιριακά μεταξύ τους, όμως το κλίμα στις καφετέριες των γνωστότερων πεζοδρόμων της επικράτειας δεν διαταράχθηκε. Ο βίος συνεχίστηκε κατά τα ειωθότα. Λες και νομίζουν ότι ζουν στη δική μας όλβια χώρα…



Καλόφημος Ονείδης,



Και για την … αντιγραφή: Αγαθοκλής Αζέλης





Η Δημοκρατία στο κρεβάτι του Προκρούστη




Δεν θέλω να γίνω τιμητής της ανθρώπινης απελπισίας. Άλλωστε αυτήν μπορεί να κατανοήσει στις πραγματικές της διαστάσεις μόνον όποιος τη βιώνει. Ένας δεινός παρατηρητής μόνο να την περιγράψει ως επιφαινόμενο δύναται. Ας υποθέσουμε (υπόθεση εργασίας) ότι οι σημερινές (28/10/2011) διαδηλώσεις σε πολλά μέρη της επικράτειας, οι οποίες ακύρωσαν την παρέλαση, ήταν αυθόρμητες εκδηλώσεις της απελπισίας ανθρώπων που πλήττονται σκληρά από τις πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις των ημερών. Ας δεχθούμε ως υπόθεση εργασίας τον ισχυρισμό κάποιων δημοσιολογούντων ότι ήταν ο μόνος τρόπος για να εκφράσουν τη διαφωνία και την απελπισία τους για την οικονομική και κατά συνέπεια κοινωνική τους ισοπέδωση, άνθρωποι οι οποίοι διαφορετικά δεν εισακούονται. Ακούστηκε λοιπόν η φωνή τους. Καταγράφθηκε η αγωνία και η απελπισία τους. Με ποιο κόστος όμως σε αντικειμενικό και συμβολικό επίπεδο; Και ποιος θα πληρώσει αυτό το κόστος; Τέλος δε, ποιος θα ωφεληθεί;

Δεν σκοπεύω να αναλύσω την πολιτική και οικονομική συγκυρία. Μπορώ μόνο να δηλώσω ότι ανήκω σε εκείνους οι οποίοι διατηρούν τη θέση εργασίας τους, υποαμοιβόμενος, έστω, πλέον μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές. Ανήκω σε εκείνους που δημιούργησαν τη δυνατότητα να κάνουν ποικίλες μακροχρόνιες σπουδές και να απολαύσουν το αγαθό της κοινωνικής κινητικότητας. Οι οποίοι όμως βλέπουν τον σχεδιασμό ή τις επιθυμίες αναφορικά με τα παιδιά τους να στέκουν μπροστά σε βάραθρο. Το αναφέρω για να μη θεωρηθώ βολεμένος ή προνομιούχος, ειδικά τώρα που η πολιτεία μαζί με το επίδομα «έγκαιρης προσέλευσης» κατάργησε ως απαράδεκτο και το επίδομα διδακτορικών σπουδών… Να μη θεωρηθώ βολεμένος και ότι ακριβώς λόγω βολέματος ανησυχώ για τις σημερινές εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα στην κεντρική πλατεία της πόλης μας (όπως και σε άλλες πόλεις της επικράτειας).

Ανησυχώ διότι θεωρώ ότι η υπέρβαση στοιχειωδών κανόνων πολιτικού πολιτισμού με τρόπο που δεν συνάδει με τους κανόνες της δημοκρατίας, όμως με τον ισχυρισμό της προστασίας της δημοκρατίας, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, ο οποίος ως γνωστόν δεν κλείνει εύκολα. Δεν γνωρίζω ακόμη πόσοι άνεμοι πρόλαβαν να εξέλθουν, όμως σίγουρα εξήλθε εκείνος της βίας και της αμφισβήτησης της νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας μέσω του δημοκρατικού κανόνα.

Το πράγμα δεν ξεκίνησε σήμερα ούτε είναι ιστορικά πρωτόγνωρο. Αποτελεί επανάληψη ενός μοντέλου μάλλον ανεπεξέργαστης πολιτικής σκέψης, η οποία άνθισε στη χώρα μας στην αρχή του 20ου αιώνα και οδήγησε στο στρατιωτικό πραξικόπημα του Γουδή το 1909. Πρόκειται για μια πολιτική αντίληψη η οποία θεωρεί ότι οι κανόνες της δημοκρατικής νομιμοποίησης πρέπει να τηρούνται μόνον εφόσον λειτουργεί καλά το πολίτευμα. Διαφορετικά πρέπει να γίνονται προσωρινές εκτροπές, οι οποίες θα «επιδιορθώσουν» το πολίτευμα, προκειμένου να λειτουργήσει καλύτερα. Με αυτή τη λογική ο ελληνικός τύπος των αρχών του 20ου αιώνα κατά πλειονότητα υποστήριξε το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1909, διότι θεωρούσε ότι θα «επιδιόρθωνε» το πολίτευμα. Πολλοί, ακόμη και σύγχρονοί μας, αξιολογούν αυτό το πραξικόπημα (το οποίο ονομάζουν «κίνημα») θετικά, διαπιστώνοντας ότι το ακολούθησε η άνοδος των φιλελεύθερων δυνάμεων του Βενιζέλου στην εξουσία. Παραβλέπουν όμως ότι νομιμοποιήθηκε συνάμα η παρέμβαση του στρατού στην πολιτική για αρκετές δεκαετίες (ουσιαστικά μέχρι το 1967), «με αγαθές προθέσεις» όπως θα έλεγαν οι συνοδοιπόροι.

Όμως στην ιστορία όπως και στη ζωή δεν κάνουμε δίκη προθέσεων. Εκ του αποτελέσματος αξιολογούμε, άλλωστε αυτό καθορίζει τη ζωή μας. Τούτου δοθέντος, τα σημερινά γεγονότα, δηλαδή η διακοπή δημόσιας εκδήλωσης από ομάδες συμπολιτών, η παρεμπόδιση με άλλα λόγια μιας μεγάλης κοινωνικής ομάδας από μια άλλη να υλοποιήσει μια συμβολική πράξη, την παρέλαση δηλαδή, η οποία συνοδεύτηκε από βιαιοπραγίες εναντίον νομιμοποιημένων από την ψήφο του εκλογικού σώματος πολιτικών, αποτελεί πολιτειακή εκτροπή, η οποία μπορεί τώρα να φαίνεται μικρή, όμως άνοιξε το δρόμο για ακόμη μεγαλύτερες. Βεβαίως το πράγμα δεν προέκυψε ως κεραυνός εν αιθρία. Το καλλιέργησαν μεγαλόσχημοι δημοσιογράφοι των Αθηνών, επαναλαμβάνοντας πληθωριστικά τον πολιτικό λόγο των επαγγελματικώς προγόνων τους, πολιτικό λόγο που συνάδει άμεσα με το πολιτικό σκεπτικό του φασισμού. Πρόκειται για την αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος με την πρόφαση της δυσλειτουργίας του και τη συστηματική απαξίωση του πολιτικού κόσμου.

Αναρωτηθήκατε ποτέ ποια δύναμη συγκρατεί μια κοινωνική ομάδα από την εκδήλωση ανυπακοής κι από τη συλλογική παραβίαση της νομιμότητας; Για παράδειγμα την ομάδα των σωματικά ισχυρών από τη συλλογική φόνευση ή λήστευση των αδυνάτων; Ποια άλλη από το κοινωνικό συμβόλαιο που θεωρεί αυτή την ενέργεια αδιανόητη! Αν αυτό το συμβόλαιο αμφισβητηθεί εμπράκτως, τότε τίποτε δεν μπορεί να αποτρέψει κανέναν. Σήμερα λοιπόν διερράγη το κοινωνικό συμβόλαιο, κάτω από το απορημένο ή αδιάφορο βλέμμα της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ο δρόμος για τη μόνιμη και πολυποίκιλη ανατροπή της δημοκρατικής νομιμότητας άνοιξε.

Στις αρχές του καλοκαιριού δημοσίευσα ένα άρθρο στο οποίο ανέλυα τους κινδύνους που ενυπάρχουν στη δημόσια βία. Φαίνεται ότι σε κάποιους, που έβλεπαν πολύ μακρινούς αυτούς τους κινδύνους, προκάλεσε θυμηδία. Μετά από λίγους μήνες η δυναμική της βίας έδειξε περισσότερες πλευρές της. Μπορεί και τώρα να θεωρηθώ υπερβολικός. Θα έχουμε όμως την ευκαιρία να ελέγχουμε τις απόψεις μας. Όσο θα διατηρηθεί η ελευθερία έκφρασης…



         Αγαθοκλής Αζέλης

Τα γερμανικά χρέη από την εποχή του Ναζισμού.




Η Αθήνα δεν έχει λησμονήσει




Ανοιχτοί λογαριασμοί: Οι Έλληνες θυμούνται τα γερμανικά χρέη από την εποχή του Ναζισμού. Δικαίως.


Του Achim Beer
Έσση.



Τον περασμένο Μάρτιο κατέβαζαν στα χέρια από τις σκάλες του κοινοβουλίου τον Μανώλη Γλέζο, έναν θυμωμένο γέροντα 89 ετών με το πρόσωπο συσπασμένο από τον πόνο των δακρυγόνων. Ήταν στην πρώτη γραμμή της διαδήλωσης, όπως πάντα, εκεί ήταν και πριν 70 χρόνια η θέση του. Μια νύχτα του Μάη του 1941 σκαρφάλωσε στην Ακρόπολη και ξέσκισε τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό, η οποία ανέμιζε εκεί, διότι ο στρατός του Χίτλερ είχε μόλις καταλάβει τη χώρα. Ο Μανώλης Γλέζος μισούσε τους Ναζί, τώρα μισεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και είναι ο γνωστότερος ανάμεσα σε ένα αυξανόμενο πλήθος Ελλήνων, οι οποίοι δεν θέλουν να αποκαλούνται διαρκώς από τους απογόνους των Ναζί τεμπελχανάδες- και οι οποίοι υπενθυμίζουν στη Γερμανία ανοιχτούς λογαριασμούς. Κι έτσι ο οργισμένος γέροντας πρόσθεσε τον ανθρώπινο πόνο, τον ληστευμένο πλούτο και τα έξοδα των δυνάμεων κατοχής τα οποία αποσπάστηκαν με τη βία και μετά παρουσίασε τον λογαριασμό: «Υπολογίζω», είπε, «ότι μας οφείλουν 162 δισεκατομμύρια Ευρώ.» Αυτό ήταν ένα αιφνιδιαστικό μήνυμα για πολλούς Γερμανούς, όμως όχι για όλους. Ο νομικός Christoph Schminck-Gustavus διαθέτει στη βιβλιοθήκη του εκτός από τα βιβλία του, πάνω από 40 ώρες μαγνητοφωνημένο υλικό. Σε αυτό έχει ηχογραφήσει όσα του αφηγήθηκαν αυτόπτες μάρτυρες  για τα εγκλήματα του γερμανικού στρατού και των Ες Ες στην περιφέρεια της Ηπείρου. Από τη δεκαετία του ’70 ο καθηγητής από τη Βρέμη ερευνά την ιστορία των χωριών, τα οποία οι Γερμανοί κατέστρεψαν ως «αντίποινα» για τις επιθέσεις των ανταρτών. Λέει: «Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αποτραβήχτηκε από την υπόθεση». Πρόκειται για τρία θέματα: την αποζημίωση των θυμάτων των Εθνικοσοσιαλιστών, την τιμωρία των δραστών και την αποζημίωση ενός κράτους, το οποίο οι Γερμανοί από το 1941 έως το 1944 λεηλατούσαν συστηματικά. Χρήματα για τα θύματα δόθηκαν μία φορά, το 1960. Τότε η Βόννη παραχώρησε 115 εκατομμύρια μάρκα. Οποιεσδήποτε άλλες διεκδικήσεις αποζημίωσης θα διαγράφονταν – αυτό το υποσχέθηκε η Ελλάδα ως αντάλλαγμα για κάποια γερμανική βοήθεια στο εξαγωγικό εμπόριο. Τώρα δόθηκαν μεν χρήματα για επιζήσαντες Εβραίους, όμως οι οικογένειες από τα μαρτυρικά χωριά έφυγαν με άδεια χέρια. Η τιμωρία των δραστών δεν έλαβε χώρα. «Ούτε ένας Γερμανός δεν καταδικάστηκε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας για εγκλήματα πολέμου, τα οποία έκανε στην Ελλάδα», λέει ο Schminck-Gustavus. Ακόμα και η διαδικασία εις βάρος του Walter Blume στάλθηκε στο αρχείο.

Ο αρχηγός της Ασφάλειας ήταν υπεύθυνος για τη μεταφορά των Εβραίων. Κατά την ανάκρισή του είπε: «Αυτά τα μέτρα πρέπει να μου διέφυγαν». Ούτε αποζημιώσεις είδε η Αθήνα: Γύρω στα 25 εκατομμύρια δολάρια δόθηκαν σε είδος λίγο μετά τον πόλεμο. Όλες οι υπόλοιπες αποζημιώσεις μετατέθηκαν στην εποχή μετά την υπογραφή συνθήκης ειρήνης. Όμως στη συνθήκη Δύο συν Τέσσερις του 1990 οι δύο Γερμανίες και οι νικήτριες δυνάμεις  προσπέρασαν το θέμα σιωπηρά. Οι σύμμαχοι επέτρεψαν έτσι μία περικοπή χρεών που επισκιάζει κατά πολύ τη σημερινή κρίση.  Ως τον μεγαλύτερο μπαταχτσή του 20ού αιώνα» περιγράφει τη Γερμανία ο ιστορικός της οικονομίας Albert Ritschl, το «οικονομικό θαύμα» της οποίας βασίζεται σε μια κολοσσιαία ακύρωση πληρωμών. Παρόλα αυτά οι Γερμανοί παρουσιάζονται με  αμείωτη αυτοπεποίθηση, πράγμα που εξοργίζει πολλούς Έλληνες. «Το να δείχνουν την κ. Μέρκελ με αγκυλωτό σταυρό δεν αποτελεί πλέον ταμπού για τους διαδηλωτές, ούτε όμως και για τον τύπο», παρατήρησε ο Christoph Schminck-Gustavus το καλοκαίρι, που βρέθηκε για τελευταία φορά στην Αθήνα.

Η Χάγη αποφασίζει



Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πέθαναν από την πείνα στον πόλεμο. Ο Μανώλης Γλέζος είδε πάρα πολλούς από αυτούς, καθώς εργαζόταν στο  γραφείο στατιστικής  του Ερυθρού Σταυρού. «Κάθε μέρα σημείωνα τις σορούς 400 ανθρώπων, οι οποίοι είχαν πεθάνει από την πείνα», λέει. Έναν τέτοιον άνθρωπο δεν μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει ότι ξεθάβει τις αναμνήσεις επειδή τώρα είναι χρήσιμο. Στην πραγματικότητα ο Γλέζος υποστήριξε τις μηνύσεις για αποζημίωση των θυμάτων του Διστόμου εναντίον της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Τα ελληνικά δικαστήρια τους δικαίωσαν, τα γερμανικά όχι. Τώρα η υπόθεση βρίσκεται στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αν υποχρεωθεί να πληρώσει η Γερμανία, τότε θα σπάσει ένα φράγμα που άντεξε 62 χρόνια. Και τότε θα απειλήσει το Βερολίνο μια πλημμύρα από μηνύσεις –όχι μόνο από την πατρίδα του Μανώλη Γλέζου.

Εκδίκηση, πείνα και γενοκτονία

Πώς υπέφερε η Ελλάδα από τη ναζιστική Γερμανία



Οι Γερμανοί ήρθαν τον Απρίλιο του 1941 και έμεινα μέχρι το φθινόπωρο του 1944. Πολλοί Έλληνες αντιστάθηκαν – όμως για κάθε επίθεση των ανταρτών οι Γερμανοί σκότωναν αμάχους. Για παράδειγμα στο χωριό Δίστομο: Εδώ εκτέλεσε μια μονάδα των Ες Ες 218 ανθρώπους, ανάμεσά τους γέρους, παιδιά, βρέφη, για να εκδικηθούν για το θάνατο τριών στρατιωτών. Ο αριθμός τέτοιων «ενεργειών αντιποίνων» εκτιμάται ότι ανέρχεται σε πάνω από 1000 και εκείνος των θυμάτων στον ανταρτοπόλεμο σε έως 130 000.
Περισσότερο από άλλες χώρες η Ελλάδα αναγκάστηκε να πληρώσει στους Γερμανούς χρήματα για την κατοχή. Αυτό
οδήγησε τη δραχμή σε πληθωρισμό. Οι κατακτητές τρέφονταν, όπως σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη, «από τη χώρα». Επιπλέον οι στρατιώτες αγόραζαν είδη διατροφής και τα έστελναν με το στρατιωτικό ταχυδρομείο στο σπίτι τους. Προπάντων οργίαζε η πείνα στην Αθήνα το χειμώνα του 1941/42  και του 1942/43, σε όλη τη χώρα πέθαναν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι.

Η Ελλάδα με τους 70 000 Εβραίους της έγινε επίσης  πεδίο της γενοκτονίας. Ολόκληρες κοινότητες κατέληξαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης  και θανάτου στη Γερμανία και στην Ανατολική Ευρώπη. Την μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα την είχε η Θεσσαλονίκη. Γύρω στους 45 000 Εβραίους εκτοπίστηκαν από εκεί και θανατώθηκαν. Οι περιουσίες τους, οι οποίες ληστεύθηκαν, κατασχέθηκαν. Μεταφέρθηκαν, πιθανώς με τη συνεργασία ελληνικών υπηρεσιών, στην Κρατική Τράπεζα της Γερμανίας.

Δημοσίευση του πρωτοτύπου: Westdeutsche Allgemeine Zeitung 28-10-2011Μετάφραση:Αγαθοκλής Αζέλης


Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Ένας διευθυντής σχολείου συστήνεται

Με αφορμή την επιλογή νέων διευθυντών σχολικών μονάδων: Μια διαφορετική φωνή από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στο Βερολίνο



[Παρουσιάζουμε σε ελληνική μετάφραση το κείμενο με το οποίο ο κ. Γύργκεν Στόλτσε, διευθυντής του δημοτικού σχολείου « Αν ντερ Μαρίε» στο Βερολίνο συστήνεται στους αναγνώστες της ιστοσελίδας του σχολείου. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα κείμενο παιδαγωγικών αρχών, τις οποίες θα άξιζε να τις προσέξουν και οι Έλληνες εκπαιδευτικοί και γονείς: «Μαθαίνοντας μαζί και μαθαίνοντας ο ένας από τον άλλο σημαίνει ότι χτίζουμε γέφυρες!» Το συγκεκριμένο σχολείο διαθέτει και τμήματα ένταξης παιδιών με ειδικές ανάγκες, ενώ για κάποιες ώρες πριν την έναρξη των μαθημάτων και κάποιες μετά, διαθέτει παιδική στέγη για τη φύλαξη με δημιουργική απασχόληση των παιδιών εργαζόμενων γονέων.]


Ονομάζομαι Γύργκεν Στόλτσε, γεννήθηκα το 1956 κι έζησα ένα μέρος των παιδικών μου χρόνων σε παιδική στέγη. Με λίγη τύχη κατάφερα να διαλέξω ο ίδιος τους γονείς μου. Ποιος άλλος έχει τέτοια δυνατότητα;

Τότε ήμουν περίπου έντεκα χρονών.

Σπούδασα στο πανεπιστήμιο Χούμπολτ και από το έτος 1980/81 υπηρετώ σε σχολείο· έχουν περάσει τριάντα χρόνια από τότε. Μου αρέσει να διαβάζω, να παρακολουθώ συναυλίες κλασικής μουσικής, εξοικειώθηκα κάπως με το θέατρο, ενδιαφέρομαι για τη γραφιστική μέσω υπολογιστή, ζωγραφίζω και σχεδιάζω, περιστασιακά γράφω λίγο και τα τελευταία δύο χρόνια πειραματίζομαι και με τη γλυπτική. Η μαγειρική και οι περίπατοι είναι περαιτέρω πάθη μου.

Από το 1990/91 εργάζομαι ως διευθυντής σχολείου. Στο δημοτικό σχολείο της Μαρίε εργάζομαι από το δεύτερο εξάμηνο του 2010, επομένως είμαι ακόμη σχετικά νέος. Αυτό που με συγκινεί σε τούτο το σχολείο, είναι τα έξυπνα και αφοσιωμένα παιδιά, οι συνάδελφοι, άνδρες και γυναίκες, και, μην το ξεχάσω, πολλοί γονείς και συνεργάτες, οι οποίοι αγωνίζονται για τις υποθέσεις του σχολείου και των παιδιών.

Όλα αυτά τα χρόνια έγιναν πολλές μεταρρυθμίσεις στο Βερολίνο. Μία από τις πλέον επιτυχημένες είναι εκείνη που επέτρεψε την ανάμειξη των ηλικιών κατά την έναρξη του σχολείου.

Βασιζόταν στην επίγνωση ότι οι ανθρώπινες ομάδες δεν είναι ομοιογενείς. Αυτή η ανομοιογένεια μας είναι γνωστή από την καθημερινότητα, από την επαγγελματική και την οικογενειακή ζωή και έχει ανυπολόγιστες συνέπειες.

Η μάθηση είναι ατομική και επενδύεται ως επένδυση στον άνθρωπο. Γι’ αυτό η εξελικτική ψυχολογία δίνει μεγάλη αξία στο να παίρνει τους ανθρώπους από το σημείο που βρίσκονται, όμως συχνά παραβλέπεται μια άλλη αρχή της εξέλιξης, δηλαδή, ξέρω τι μπορείς να κάνεις και να πετύχεις – την αρχή του προσανατολισμού προς το μέλλον. Το να παρέχουμε βοήθεια και στήριξη στα παιδιά καθώς αναπτύσσονται τα ίδια αλλά και εμείς, είναι επομένως ένα ωραίο αλλά συνάμα απαιτητικό και υπεύθυνο καθήκον, σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, η οποία γίνεται όλο και πιο σύνθετη.

Και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο το σχολείο δεν μπορεί να είναι πάροχος υπηρεσιών, διότι όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν και θα έπρεπε να έχουν αυτή την απαίτηση για εξέλιξη, όχι μόνο τα παιδιά μας αλλά κι εμείς οι ίδιοι. Η μάθηση είναι μια διαρκής γεφυροποιία προς τον μαθητή – ακριβέστερα, μια γεφύρωση του χάσματος. Η διδακτική μέθοδος που λέει ότι μπορώ να γεμίσω έναν άνθρωπο με γνώσεις είναι απαρχαιωμένη και αποδείχτηκε ανίκανη, όμως παραδόξως εφαρμόζεται ακόμη και εξακολουθούν να την απαιτούν οι γονείς.

Το νέο σχολείο πρέπει πρωταρχικά να ικανοποιεί τους μαθητές, όμως δεν πρέπει να χάνει και το αίτημα της πραγματικότητας. Δεν είμαστε εχθροί της επίδοσης, όμως η επίδοση προσανατολίζεται προς το παιδί και όχι την απαίτηση του ενήλικα. Η τάση να προβάλλουμε τις δικές μας επιθυμίες και απαιτήσεις πάνω στα παιδιά είναι μεγάλη. Γι’ αυτό έπρεπε να έχουμε όλοι μας συνείδηση ότι και τα παιδιά μας θα έπρεπε, μετά από μας, να είναι σε θέση να περάσουν μια αυτοσυνείδητη, αυτόνομη και καλή ζωή. Το να τα αφήσουμε να το κάνουν εξυπακούεται.

Η πρωταρχική αποστολή του σχολείου είναι το μάθημα. Το να υλοποιήσεις αυτήν την αποστολή με επάρκεια και στοχοπροσήλωση είναι συναρπαστική, δημιουργική, αλλά και πολύ σύνθετη υπόθεση. Οτιδήποτε άλλο αναλαμβάνει το σχολείο ως προς τα μέλη του, υποτάσσεται σε αυτή την αρχή και είναι ένας δημιουργικός αυτοσχεδιασμός. Οπωσδήποτε θα έπρεπε να αναφερθεί ότι η διάρθρωση του ελεύθερου χρόνου, οργανωμένη από τη σχολική κοινότητα, διαδραματίζει έναν μεγάλο ρόλο στην κοινωνικοποίηση των παιδιών και ανήκει στα υποχρεωτικά καθήκοντα του σχολείου.

Το σχολείο είναι κοινότητα, ή για να το πούμε με άλλα λόγια «το σμήνος είναι πιο έξυπνο από το μεμονωμένο πουλί». Εδώ μπορεί να δοκιμαστεί σε μικροκλίμακα ό,τι αφορά στη μεταβολή μιας κοινωνίας. Εδώ υπάρχει χώρος για άλλες, εναλλακτικές μορφές ζωής και κοινωνικά πρότυπα. Το σχολείο υποστηρίζει το άτομο, ώστε να βιώσει τις δυνατές του πλευρές και τις αδυναμίες του, να δοκιμάσει τον εαυτό του και προπάντων να κατανοήσει πράγματα, π.χ. γιατί ο διπλανός μου είναι διαφορετικός και πώς μπορώ να ζήσω με τα θετικά και τα αρνητικά του. Έτσι το κέντρο βάρους δεν τίθεται στον ελλειμματικό προσανατολισμό παρά στην ποικιλία και τη δύναμη. Η κοινωνική δράση και η αντίστοιχη συμπεριφορά δοκιμάζονται και απαιτούνται.

Ως εκ τούτου το σχολείο είναι κι ένας χώρος προστασίας και ελευθερίας, στον οποίο καθημερινά βιώνεται η ελευθερία του ατόμου, η προσωπική του ευθύνη και η ομαδοσυνεργατική δράση. Γι’ αυτό άλλωστε το σχολείο κινδυνεύει όταν υφίσταται το υπερβολικό φορτίο μεμονωμένων συμφερόντων και υπερβολικών απαιτήσεων από την πλευρά της κοινωνίας. Όλο και περισσότερο το σχολείο πρέπει να αναλαμβάνει εργασίες που δεν είναι υποδεέστερες ως προς το περιεχόμενο, το προσωπικό και τα οικονομικά, όμως κλέβουν χρόνο και δυνάμεις από την προσπάθεια να υλοποιήσουμε την πραγματική μας αποστολή, δηλαδή να υποστηρίζουμε τα παιδιά μας, για να βρουν έναν δικό τους δρόμο για να μπουν στη ζωή, τον οποίο να μπορούν να τον πορευτούν.

Γι’ αυτό το σχολείο χρειάζεται συναγωνιστές και καθένας που υιοθετεί αυτή την κοινή ευθύνη, θα είναι ευπρόσδεκτος.


Μετάφραση: Δρ Αγαθοκλής Αζέλης,

Φιλόλογος στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Η εύκολη βία υποσκάπτει τον δημόσιο βίο


Το έτος 1897 έβραζε το Μακεδονικό Ζήτημα στα προεόρτιά του. Όλο και εντονότερα διαγραφόταν η ανάγκη να διεκδικήσει εμπράκτως η Ελλάδα τα εδάφη της Μακεδονίας, στα οποία, κάτω από την οθωμανική κυριαρχία, ανταγωνίζονταν τρεις εθνότητες, Έλληνες, Σέρβοι και Βούλγαροι, για τη μελλοντική διεκδίκηση της περιοχής και την ενσωμάτωσή της στο αντίστοιχο εθνικό κράτος. Η Ελλάδα ήταν τότε οικονομικά κατεστραμμένη, μετά την πτώχευση του 1893, και δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει οικονομικά και επιχειρησιακά σε έναν πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κυβέρνηση το γνώριζε αυτό, όμως η αντιπολίτευση, η οργάνωση «Εθνική Εταιρεία» και ποικίλοι αγανακτισμένοι με την αδράνεια της κυβέρνησης πολίτες της εποχής, συντονισμένοι από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, απαιτούσαν πόλεμο. Η πίεση των αγανακτισμένων ήταν πανίσχυρη, διαδηλώσεις συντάρασσαν το κέντρο της Αθήνας, η κυβέρνηση αντιστάθηκε για ένα διάστημα, στο τέλος όμως οι εξωθεσμικοί παράγοντες εισέβαλαν με άτακτα στρατεύματα στην Οθωμανική τότε Μακεδονία. Ο Σουλτάνος αξιοποίησε το γεγονός για να κηρύξει τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας, ενώ η χώρα ουσιαστικά σύρθηκε σε έναν πόλεμο, για τον οποίο ήταν απροετοίμαστη στρατιωτικά, ανεπαρκής οικονομικά, συνάμα δε έδινε στην Ευρώπη την εικόνα ότι παραβίαζε, όπως θα λέγαμε σήμερα, το διεθνές δίκαιο. Οι αδαείς αγανακτισμένοι λοιπόν ουσιαστικά προκάλεσαν αυθόρμητα και απερίσκεπτα τον πόλεμο, την ευθύνη της διεξαγωγής του οποίου είχε η εκλεγμένη κυβέρνηση. Ο πόλεμος κατέληξε σε συντριπτική ήττα της Ελλάδας, ήττα που θα ήταν χειρότερη, αν δεν παρενέβαιναν ευρωπαϊκές δυνάμεις κάτω και από την πίεση συγγενών του βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου Α΄. Οι συνέπειες του πολέμου ήταν πολλές, όπως η επιβολή στη χώρα πολεμικών αποζημιώσεων προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο αναγκαστικός δανεισμός από το εξωτερικό και η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου για τη διασφάλιση της επιστροφής του δανείου στους δανειστές. Στη συνέχεια οι εφημερίδες και άλλοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων και  οι «αγανακτισμένοι», αναζητούσαν τον υπεύθυνο της ήττας, κατηγορώντας τον επιτελάρχη διάδοχο Κωνσταντίνο, χωρίς δε να προβληματιστούν για το ρόλο των «αγανακτισμένων».

Στόχος αυτού του άρθρου δεν είναι η ενημέρωση των αναγνωστών για ιστορικά θέματα, παρά να καταδείξει ότι ο ανεξέλεγκτος αυθορμητισμός και η βία μπορούν να οδηγήσουν στην καταστροφή. Παρατηρούμε στις μέρες μας μια έξαρση της βίας στο δημόσιο βίο, αγανακτισμένους, όπως αποκαλούνται και μάλλον είναι, πολίτες, οι οποίοι συμπεριφέρονται απαξιωτικά προς θεσμούς και πολιτικά πρόσωπα, φτάνοντας μέχρι το σημείο της ωμής βίας και της απαγόρευσης του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης όσων θεωρούν υπεύθυνους για την καταστροφική πορεία της χώρας. Αν υποθέσουμε ότι οι προθέσεις των αγανακτισμένων είναι αγαθές και δεν υποκινούνται πολιτικά από αντιδημοκρατικές δυνάμεις του ημίφωτος, τότε πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι με τη στάση τους ουσιαστικά υπονομεύουν τους ίδιους τους στόχους τους. Διότι λύσεις στα μεγάλα προβλήματα, λύσεις κοινωνικά αποδεκτές και δίκαιες, μπορεί να δώσει μόνη η δημοκρατία και σε αυτό κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήσει μια νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση. Η κοινωνία των πολιτών έχει το δικαίωμα αλλά και το χρέος να καθοδηγεί, έστω πιεστικά, τους θεσμικούς παράγοντες προς μια επιθυμητή λύση, όμως η πίεση δεν ταυτίζεται με τη βία. Η πίεση αποτελεί και μέσον της παιδαγωγικής, η βία όμως ποτέ. Η συστηματική και διαδεδομένη χρήση βίας προκαλεί πρακτικά τη νομιμοποίηση της βίας, πράγμα που ανοίγει το δρόμο για τον κλονισμό της δημοκρατίας, η οποία στηρίζεται στο διάλογο και στην επιβολή των απόψεων της πλειοψηφίας. Δύναμη και αδυναμία της δημοκρατίας είναι το ότι μπορεί να λειτουργήσει μόνο σε συνθήκες ειρήνης και συνδιαλλαγής. Χρέος των σκεπτόμενων πολιτών είναι να μην παρασυρθούν από την ευκολία της θεαματικής και ηρωοποιητικής βίας, αλλά να προστατέψουν τη δημοκρατική νομιμότητα, στηλιτεύοντας τις ακρότητες.

Εν κατακλείδι θα υπενθυμίσω τη ρήση του μεγάλου διαφωτιστή Βολτέρου: «Διαφωνώ με όλα όσα λες, όμως θα υπερασπιστώ ακόμη και με τη ζωή μου το δικαίωμά σου, ελεύθερα να λες όσα πιστεύεις.»


Αγαθοκλής Αζέλης

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

Απόστολος Παληός: Ένας διεθνούς φήμης πιανίστας στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων

Το βιογραφικό του είναι δυσανάλογα μεγάλο προς την ηλικία του. Έχοντας κάνει λαμπρές μουσικές σπουδές και εμφανίσεις, με σημαντικό δισκογραφικό έργο, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, τύχη αγαθή τον έστειλε στο Μουσικό σχολείο Τρικάλων, στο οποίο διασταυρώνονται κατά καιρούς οι διαδρομές σπουδαίων ανθρώπων, τους οποίους το κοινόν της πόλης μας δεν έχει αξιοποιήσει ούτε τιμήσει αρμοδίως. Ξεχωριστός ανάμεσά τους ο κ. Απόστολος Παληός, ο οποίος μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα σε εμφανίσεις σε εκλεκτές και εκλεκτικές αίθουσες στο εξωτερικό και στη χώρα μας, στη διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο της Μακεδονίας, στη μελέτη για τη διδακτορική του διατριβή και στη διδασκαλία στο Μουσικό Σχολείο της πόλης μας.
Συμβαίνει με ποιοτικούς, ισορροπημένους, ξεχωριστούς ανθρώπους, να διάγουν βίο χαμηλόφωνο, ίσως διότι έχοντας κατακτήσει το είναι, δεν νοιάζονται για το φαίνεσθαι. Έτσι ο κ. Παληός εντάχθηκε σεμνά στο προσωπικό του Μουσικού Σχολείου Τρικάλων, πολλοί δε αργήσαμε να τον γνωρίσουμε και να τον αναγνωρίσουμε. Σκέφτηκα λοιπόν να αξιοποιήσω την, καθυστερημένη έστω, γνωριμία μαζί του για μια συνέντευξη εφ’ όλης της (μουσικής) ύλης, η οποία ελπίζω να μείνει ως παρακαταθήκη για την πόλη μας κι ακόμη περισσότερο για τους μαθητές μας, και συνάμα να δείξει κάποιες πτυχές της αξίας του Μουσικού Σχολείου της πόλης μας, το οποίο αγωνίζεται να διατηρήσει μια εστία ανθρωπιστικής και καλλιτεχνικής παιδείας σε ένα κλίμα μυωπικής αποσάθρωσης των δημιουργικών δυνάμεων των παιδιών στο πλαίσιο ενός ψυχοβόρου εκπαιδευτικού συστήματος.
[Ο κ. Απόστολος Παληός χαρακτηρίστηκε ως "ένας αληθινός καλλιτέχνης, ένας από τους πλέον συναρπαστικούς πιανίστες που έχει να επιδείξει η Ελλάδα. Ένας πολύ ιδιαίτερος μουσικός με σπάνιες ποιότητες, αυθεντικότητα, μουσική ευφυία και καλλιτεχνική ακεραιότητα" (περιοδικό Μουσικός Τόνος). Διπλωματούχος  του πιάνου με άριστα παμψηφεί, διάκριση και πρώτο βραβείο, καθώς και με  πτυχία αρμονίας, αντίστιξης και φούγκας στην Ελλάδα, συνέχισε τις πιανιστικές του σπουδές στη Μουσική Ακαδημία Ηαnns Eisler του Βερολίνου στην τάξη του Georg Sava και στη Μουσική Ακαδημία Felix Mendelssohn Bartholdy της Λειψίας με καθηγητή τον Markus Tomas, από όπου αποφοίτησε το 2006 με σολιστικό δίπλωμα master με άριστα παμψηφεί και διάκριση. Συνάμα μελέτησε κοντά στους μεγάλους Aldo Ciccolini, Μurray Perahia, Cyprien Katsaris και Γιώργο Χατζηνίκο, σπούδασε δε επειπλέον διεύθυνση ορχήστρας και μουσική δωματίου. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου εισήχθη πρώτος, και υποψήφιος διδάκτωρ μουσικολογίας. Έχει κερδίσει βραβεία και διακρίσεις σε πολλούς διεθνείς διαγωνισμούς πιάνου, μουσικής δωματίου και σύνθεσης στην Ελλάδα  στην Γερμανία, στην Ιταλία και στην Ισπανία, ενώ τιμήθηκε με τον έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών και κέρδισε το Βραβείο Gina Bachauer από το Ίδρυμα World in Harmony. Τον Δεκέμβριο του 2007 η Ένωση Ελλήνων Κριτικών Θεάτρου και Μουσικής τού απένειμε το βραβείο του καλύτερου νέου Έλληνα καλλιτέχνη της χρονιάς. Έχει εμφανιστεί σε πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Γερμανία, Αυστρία, Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ, Ισπανία, Ρωσία, Νορβηγία, Κύπρο, Τουρκία, Ρουμανία) και σε μερικές από τις σημαντικότερες αίθουσες συναυλιών του κόσμου, όπως στην Φιλαρμονική (Philharmonie) του Βερολίνου, στο Κοnzerthaus της Bιέννης και στο Carnegie Hall της Ν. Υόρκης. Η δισκογραφία του περιλαμβάνει ηχογραφήσεις πιανιστικών έργων της ρομαντικής περιόδου, νορβηγική μουσική για πιάνο καθώς και έναν δίσκο για την σειρά Greek Classics της δισκογραφικής εταιρίας Naxos με έργα για πιάνο του Λ.Μαργαρίτη και του F. Petyrek. Είναι καθηγητής πιάνου στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων.]

Ακολουθεί η συνέντευξη


- Μπορείτε να μου ορίσετε συνοπτικά την έννοια της μουσικής;

 Θα το πω, όπως το σκέπτομαι ενστικτωδώς: Οποιαδήποτε οργάνωση ήχων, η οποία δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο αποτέλεσμα ικανό να διεγείρει συναισθήματα στα έμβια όντα είναι μουσική.

 - Η μουσική είναι κατά τη γνώμη σας απαραίτητη για τον άνθρωπο;

Θεωρώ πως είναι τόσο απαραίτητη όσο και η διαδικασία της αναπνοής! Αρκεί να φανταστεί κανείς πώς θα ήταν ένας κόσμος χωρίς ήχους, βουβός, βυθισμένος στην απέραντη σιωπή και έχει την απάντηση…

- Γνωρίζω ανθρώπους για τους οποίους η μουσική ακρόαση αποτελεί ανάγκη και άλλους, για τους οποίους δεν ισχύει, αλλά ακούνε μουσική μόνο περιστασιακά, ακόμη ακόμη αν τύχει μόνο. Πώς αιτιολογείται αυτή η διαφορετική στάση;

Η διαφοροποίηση στην ανάγκη για μουσική ακρόαση είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων. Κάποιοι άνθρωποι διαθέτουν από τη φύση τους μια πιο καλλιτεχνική ψυχοσύνθεση. Από εκεί και πέρα η συχνότητα και το είδος της μουσικής ακρόασης είναι θέμα ερεθισμάτων που προσλαμβάνει το κάθε άτομο σε διαφορετικές στιγμές της ζωής του και ιδιαίτερα στην παιδική και εφηβική ηλικία, όπου διαμορφώνεται κυρίως η σχέση με την τέχνη. Σημαντικό ωστόσο είναι ο άνθρωπος να μην απομακρύνεται από τη μουσική ακρόαση απορροφημένος από την αμείλικτη καθημερινότητα.

- Τι είναι αυτό που δημιουργεί το μουσικό γούστο και τις μουσικές προτιμήσεις σε έναν άνθρωπο; Ακούω μερικές φορές από ανθρώπους να ισχυρίζονται ότι ακούν για πρώτη φορά ένα μουσικό θέμα και τους φαίνεται πολύ οικείο, το αγαπούν αμέσως. Άλλοι πάλι μπορεί να νιώσουν απέχθεια γι΄ αυτό.

Και στο σημείο αυτό η εξήγηση είναι ένας συγκερασμός εγγενών και εξωγενών παραγόντων. Από τη μία ο χαρακτήρας κάθε ατόμου, από την άλλη η παιδεία και γαλούχησή του σε συγκεκριμένα ακούσματα. Πρέπει βέβαια να έχουμε πάντα υπόψη μας μια μεγάλη αλήθεια. Ότι η αγάπη και ανάγκη για μουσική εκπορεύεται πρωτίστως εκ των έσω, εκ βαθέων ψυχής!

- Στην ποίηση λέγεται ότι ποιητικότητα είναι αυτό που δεν μπορεί να μεταφραστεί σε μια ξένη γλώσσα κατά τη μετάφραση ενός ποιήματος. Υπάρχει σε ένα μουσικό κομμάτι κάτι, το οποίο έχει μεν γράψει ο συνθέτης του, όμως δεν μπορεί να μεταφραστεί από τον σολίστ σε μουσική πράξη;

Θα λέγαμε ότι ο αντίστοιχος όρος στη μουσική είναι η περίφημη μουσικότητα. Δηλ. ενώ ο συνθέτης έχει σημειώσει με κάθε λεπτομέρεια όλες τις υποδείξεις που αφορούν την εκτέλεση του έργου, είτε αυτές αφορούν το ρυθμό είτε τις δυναμικές αποχρώσεις είτε την απόδοση των φράσεων, δε θα συμβεί ποτέ δύο εκτελεστές να ερμηνεύσουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ένα μουσικό κομμάτι, όπως δύο ηθοποιοί δεν θα αποδώσουν υποκριτικά πανομοιότυπα τον ίδιο ρόλο. Από ένα σημείο και ύστερα στην Τέχνη υπεισέρχεται το προσωπικό στοιχείο, η διαφορετικότητα στην αντίληψη του κάθε καλλιτέχνη, πάντοτε ωστόσο στα πλαίσια του σεβασμού στις κατευθυντήριες γραμμές, που έθεσε ο δημιουργός. Και αυτή ακριβώς η διαφορετικότητα προσδίδει μαγεία στην ερμηνευτική προσέγγιση της Τέχνης.

- Αποτελεί η μουσική κοινή γλώσσα για όλους τους λαούς, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, ή γνωρίζει εθνικά ή πολιτισμικά όρια;

Αποτελεί κοινή γλώσσα στο βαθμό που αποτελεί και μια οποιαδήποτε ξένη γλώσσα κοινή γλώσσα για όλα τα έθνη. Αν τη σπουδάσεις θα την κατανοήσεις και μέσω αυτής θα κατορθώσεις να διεισδύσεις στην γενικότερη κουλτούρα του κάθε λαού. Φαινομενικά για έναν Ινδό είναι δύσκολο να αντιληφθεί τη λόγια ευρωπαϊκή μουσική δημιουργία όπως και για το δυτικό άνθρωπο είναι δυσνόητος ο μουσικός πολιτισμός πρωτόγονων φυλών της Αφρικής. Μόνο η αμοιβαία εκμάθηση μπορεί να οδηγήσει σε ένα ουσιαστικό σημείο επαφής, που θα ξεφεύγει από το πρωτογενές επίπεδο αόριστων και επιδερμικών εντυπώσεων.

- Αρκετά συχνά εκφράζεται στο δημόσιο λόγο ένας φόβος για την ενδεχόμενη ομοιομορφοποιητική επενέργεια  της παγκοσμιοποίησης στη μουσική. Συμμερίζεστε αυτόν τον φόβο;

Για εμένα η λέξη παγκοσμιοποίηση είναι η πιο υπέροχη και ταυτόχρονα η πιο επικίνδυνη λέξη. Αν ο όρος χρησιμοποιείται με τη διάθεση η μουσική δημιουργία όλων των εθνών να γίνει αμοιβαία κοινό κτήμα όλων, τότε πρέπει να αποτελεί όραμα και στόχο. Όταν όμως ο όρος λαμβάνει την αρνητική χροιά της εμπορευματοποίησης μιας συγκεκριμένης μουσικής κουλτούρας και της επέκτασής της στον παγκόσμιο χώρο με σκοπό την αύξηση των κερδών δισκογραφικών εταιριών – κολοσσών, τότε ορθά κατά τη γνώμη μου η λέξη δαιμονοποιείται.

- Μπορείτε να ορίσετε τον επαρκή ακροατή και την ιδεατή  μουσική παιδεία; Είναι απαραίτητη προϋπόθεση αυτή για να γίνει κανείς επαρκής ακροατής;

Η παιδεία ως έννοια άλλοτε παρέχεται από θεσμοθετημένους φορείς έστω και ελλιπώς και άλλοτε αναζητείται από το κάθε άτομο ξεχωριστά ως αδήριτη εσωτερική ανάγκη. Για να είναι κάποιος επαρκής μουσικός ακροατής δεν είναι ανάγκη να έχει σπουδάσει τη μουσική. Είναι δυνατό κάποιος άνθρωπος να «ανακαλύψει» τον θαυμαστό κόσμο της μουσικής τέχνης σταδιακά σε βάθος χρόνου μέσα από την προσωπική ενασχόληση, την τακτική ακρόαση  και την ιστορική μελέτη μουσικών έργων έτσι ώστε να αναπτύξει ένα ποιοτικό αισθητικό κριτήριο, που θα του επιτρέπει να κατανοεί σε ένα ικανοποιητικό βαθμό την εκτέλεση του μουσικού έργου χωρίς «ειδικές» γνώσεις.

- Τι μπορεί να προσφέρει ένα μουσικό σχολείο γενικώς και ειδικότερα σε αυτή την κατεύθυνση;

Το μουσικό σχολείο γενικότερα ως θεσμός έχει τη δυνατότητα να επιτελέσει σημαντικό έργο. Να πλάσει πιο ώριμους αυριανούς πολίτες με ευαισθησίες και ανησυχίες, οι οποίες θα διαμορφώσουν μια νέα, ποιοτικότερα σκεπτόμενη γενιά, και θα αναβαθμίσουν τον τόσο υποτιμημένο Νεοέλληνα. Από την ελληνική αρχαιότητα η μουσική αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της μόρφωσης κάθε νέου και συντελούσε στην πνευματική του ανέλιξη. Ο κύριος στόχος λοιπόν του μουσικού σχολείου ειδικότερα πρέπει να είναι όχι μόνο να αναδείξει τα όποια ταλέντα με τις ιδιαίτερες μουσικές δεξιότητες που υπάρχουν, κάτι που είναι αυτονόητο, αλλά και να μεταδώσει στο σύνολο των  μαθητών του την πραγματική αγάπη για τη μουσική πράξη και ακρόαση, να δημιουργήσει το υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα δημιουργηθεί και θα επιμορφωθεί  η επόμενη γενιά μουσικών ακροατών στην Ελλάδα, η οποία τόσο πολύ πάσχει από την έλλειψη εκπαιδευμένου κοινού.

- Επιτρέψτε μου τώρα κάποιες πιο προσωπικές ερωτήσεις, οι οποίες όμως έχουν γενικότερο ενδιαφέρον από πλευράς ανθρωπογνωσίας και προβληματικής για την κουλτούρα. Θυμάστε μήπως το πρώτο σας μουσικό βίωμα; Τι σας έφερε κοντά στην κλασική μουσική;

Το πρώτο μου μουσικό βίωμα ήταν μια κασέτα μαγνητοφώνου, που έπεσε τυχαία στα χέρια μου. Περιείχε στη μία πλευρά το τόσο αγαπητό κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Νορβηγού συνθέτη E. Grieg  και στην άλλη την δημοφιλή Σονάτα Appassionata  του L.V. Beethoven. Από την πρώτη στιγμή που άκουσα  τους υπέροχους ήχους των έργων αυτών οι ψυχικές μου χορδές δονήθηκαν σε απίστευτο βαθμό. Ήταν μια ανέλπιστη ανακάλυψη για εμένα από τη στιγμή μάλιστα που δεν κατάγομαι από μουσική οικογένεια και επομένως δεν είχα κλασικά μουσικά ακούσματα. Θυμάμαι πως άκουγα αυτή την «ιερή» και καθοριστική, όπως αποδείχθηκε στην πορεία που διάλεξα, κασέτα επί τρεις μήνες συνέχεια! Επομένως από το προσωπικό μου παράδειγμα φαίνεται πως τυχαία γεγονότα είναι δυνατό να επιδράσουν έντονα και να διαμορφώσουν τις προτιμήσεις μας. Για να μυηθεί κάποιος στη μουσική ο καλύτερος τρόπος πιστεύω είναι η μουσική ακρόαση είτε αυτή αφορά έναν ωραίο δίσκο είτε ακόμα καλύτερα μια ζωντανή συναυλία, η οποία λειτουργεί αμεσότερα στις αισθήσεις.

 - Μπορείτε να αξιολογήσετε το επίπεδο των μουσικών σπουδών στη χώρα μας (δημόσιων και ιδιωτικών), συγκρίνοντας με εκείνες σε χώρες του δυτικού κόσμου για τις οποίες έχετε άμεση ή έμμεση γνώση;
Ασφαλώς βρισκόμαστε ακόμη πολύ πίσω σε επίπεδο οργάνωσης σπουδών, αξιοπιστίας πτυχίων και παροχής επαρκούς γνώσης. Δεν μου αρέσει όμως να είμαι μηδενιστής. Θεωρώ πως το επίπεδο των μουσικών στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί θεαματικά εξαιτίας των ποιοτικών σπουδών, που πραγματοποιεί η νεότερη γενιά στο εξωτερικό και στόχος πρέπει να είναι από εδώ και πέρα να αξιοποιηθεί το πολύτιμο αυτό ανθρώπινο δυναμικό με τον καλύτερο τρόπο από πολιτεία και ιδιώτες για την κατακόρυφη βελτίωση της παρεχόμενης μουσικής παιδείας.

- Ολοκληρώσατε (αν υποθέσουμε ότι ολοκληρώνονται ποτέ) τις μουσικές σας σπουδές στις Μουσικές Ακαδημίες του Βερολίνου και της Λειψίας. Ποια ιδιαίτερα θετικά γνωρίσματα θα αποδίδατε σε αυτά τα ιδρύματα, τα οποία θεωρείτε ότι απουσιάζουν στη χώρα μας;
Έχετε απόλυτο δίκαιο. Οι σπουδές στη μουσική δεν ολοκληρώνονται ουσιαστικά ποτέ. Μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας κανείς διαρκώς ανακαλύπτει νέα πράγματα! Θεωρώ ως τα δύο κυριότερα θετικά χαρακτηριστικά αφενός τη δυνατότητα που προσφέρουν στους σπουδαστές τους τα μουσικά αυτά ιδρύματα και οι πόλεις, όπου βρίσκονται, για διαρκή παρακολούθηση σπουδαίων μουσικών γεγονότων, που αποτελούν εμπειρίες ζωής για τον καθένα, αφετέρου την πλούσια μουσική παράδοση και ιστορία που έχουν να επιδείξουν, κάτι το οποίο εγγυάται την υψηλή ποιότητα των σπουδών.

- Έχετε κερδίσει πολυάριθμα βραβεία και διακρίσεις σε διαγωνισμούς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ έχετε εμφανιστεί σε συναυλίες σε πολλές από τις σημαντικότερες αίθουσες συναυλιών του κόσμου, μολαταύτα –όπως παρατηρώ- είστε ένας σεμνός άνθρωπος που προτιμά να τον ανακαλύπτουν οι άλλοι παρά να προβάλλει τον εαυτό του. Τι σας προστατεύει από την οίηση η οποία χαρακτηρίζει άλλους διακεκριμένους καλλιτέχνες;

Καταρχάς σας ευχαριστώ για το σχόλιο σας περί σεμνότητας. Η αλήθεια είναι, πως απεχθάνομαι την οίηση και ο λόγος είναι η απόλυτη συναίσθηση μου  για τον πραγματικό ρόλου του καλλιτέχνη, ο οποίος οφείλει να παραμένει ταπεινός και να μην εκπίπτει στο ολίσθημα να τοποθετεί τον εαυτό του πάνω από τη μουσική Τέχνη. Ο καλλιτέχνης υπηρετεί την Τέχνη και όχι η Τέχνη τον καλλιτέχνη, αν και δυστυχώς συχνά συμβαίνει το αντίθετο.

- Διδάσκετε πιάνο στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ενώ δίνετε συχνά συναυλίες και εκπονείτε διδακτορική διατριβή. Πώς μπορεί να συνδυάσει ένας άνθρωπος τόσο πολλές και διαφορετικές ενασχολήσεις; Νιώθετε ότι υποβάλλεστε σε θυσίες για να αντεπεξέλθετε;

Ασφαλώς για κάθε απόφαση και επιλογή στη ζωή υπάρχει και το ανάλογο αντίτιμο. Αυτό το αντιλήφθηκα εκ των πραγμάτων από μικρή ηλικία και είμαι διατεθειμένος να το «υποστώ». Ο δρόμος του καλλιτέχνη είναι συχνά πολύ μοναχικός, αλλά οι πολυάριθμες χαρές, που προσφέρει η ενασχόληση με τη μουσική εν τέλει τον αποζημιώνουν.

- Τι θα συμβουλεύατε ένα παιδί, στο οποίο αρέσει η μουσική, ώστε να κατορθώσει να αποκτήσει καλή γνώση στο όργανο που μαθαίνει χωρίς να κουραστεί στη διαδρομή και να παραιτηθεί από την προσπάθεια, καθώς οι μουσικές σπουδές είναι μακροχρόνιες;

Να έχει επιμέλεια, πειθαρχία, επιμονή και υπομονή, να επιδίδεται σε μια συνεχή αναζήτηση εσωτερικών κινήτρων, που θα το κινητοποιούν, να θέτει υψηλούς στόχους δίχως όμως αυτοί να γίνονται αυτοσκοπός και να ανακαλύψει την αγνή χαρά που προσφέρει η μουσική χωρίς όρους και όρια. Ειδικότερα για τα πιο ταλαντούχα παιδιά η συμβουλή μου προς αυτά είναι να αποφύγουν τον κίνδυνο να αντιμετωπίζουν τη μουσική ως μέσο ματαιόδοξης προβολής, αλλά να ασχοληθούν μαζί της πάνω από όλα για το μαγευτικό ταξίδι που αυτή προσφέρει ακόμα κι αν δεν ευτυχήσουν να φτάσουν ποτέ στην «Ιθάκη».

Τρίτη 10 Μαΐου 2011


Η αιδέ, της αιδούς (ακολουθούν και άλλες πτώσεις;)

Το επίμονο κουδούνισμα του τηλεφώνου με ανάγκασε να εγκαταλείψω προσωρινά τη μεσημβρινή ραστώνη, πιο πολύ για να κάνω τον ηχητικό εισβολέα να σωπάσει, παρά για να μπω σε ενδεχόμενες επικοινωνιακές (με την αριστοτελική έννοια) περιπέτειες. Η ελπίδα μου να ξεμπερδέψω γρήγορα, εξανεμίστηκε μετά τις πρώτες λέξεις του καλούντος, μαζί όμως εξαφανίστηκε και η επιθυμία. Ένας παλιός αγαπημένος γνώριμος, εξαφανισμένος χρόνια τώρα από τη ζωή μου, έκανε πάλι την εμφάνισή του με τον συνηθισμένο τρόπο, σαν εισβολέας σε υπεράνω πάσης υποψίας οίκημα στο Πακιστάν. Ήταν ο γνωστός σε όλους Χανς Κρίστιαν, ο οποίος κατά την προ τετραετίας αναχώρησή του υποσχέθηκε ότι θα στέλνει ανταποκρίσεις από τα υπερπόντια ταξίδια του, σπάνια όμως έδωσε σημεία ζωής και πληροφορίες. Η φωνή του ακουγόταν, παρά το γήρας, γεμάτη δύναμη στο τηλέφωνο, δύναμη που διεμβόλιζε και τον ανύποπτο ακροατή. Ήθελε να διαμεσολαβήσει, λέει, ανήκουστες εμπειρίες, κατά εμμονή πάλι από τη μακρινή χώρα της Τριγουελάνδης, μολονότι είχε οργώσει όλη τη γη. Φαίνεται ότι σε εκείνη την εξωτική χώρα συνάντησε πολλές καταστάσεις-ξωτικά, οι οποίες εξήπταν τον οίστρο ενός παθολογικά αφηγητή, ως εκ τούτου συχνά αποβιβαζόταν στα λιμάνια της για να συλλέξει νέες αφηγήσεις και εμπειρίες, οι οποίες όσο πιο απίστευτες ήταν για μας τους απογόνους των δημιουργών του ορθολογισμού, τόσο πιο ελκυστικές τις καθιστούσε αυτό.

Στη χερσόνησο λοιπόν της Τριγουελάνδης πριν τέσσερα περίπου χρόνια έγινε εκλογή νέων καπεταναίων για τα περήφανα και περίφημα ιστιοφόρα της, τα οποία είχαν ως αποστολή να απογαλακτίσουν και να μεταφέρουν επιβάτες-τροφίμους από τους επαρχιακούς νεώσοικους στα λαμπρά ναυπηγεία κομβικών μεγαλουπόλεων της χώρας. «Όντας τριτοκοσμική χώρα η Τριγουελάνδη, με πολιτική κουλτούρα που παραπέμπει στη δική σας χώρα πριν δύο σχεδόν αιώνες –είπε ασθμαίνοντας ο Χανς Κρίστιαν- οι καπεταναίοι, σε μεγάλο βαθμό, δεν επιλέχθηκαν με κάποια αντικειμενικά κριτήρια ικανότητας στη ναυτοσύνη, όπως μικρός αριθμός ναυαγίων, ευελιξία στον πλου, κολυμβητική δεινότητα, ειδικές σπουδές, πολυμάθεια και άλλα αυτονόητα παρ’ υμίν! Βασικό κριτήριο ήταν πολλάκις η συχνότητα εμφανίσεων σε κεντρικό πεζόδρομο της παραλίας της εξωτικής χώρας, η γνωριμία με αυλικούς του αρχιδούκα-εκλέκτορα, και –παράξενο για μας!- η ευλυγισία δημητριακών στον εκάστοτε άνεμο που διαπερνούσε τη σοφή διοίκηση, το βουητό του οποίου στην τοπική γλώσσα ερμηνευόταν ως «ναι!», «ναι!», «ασφαλώς!»…

»Συχνά λοιπόν τύχαινε να εγκατασταθούν μούτσοι στα πιλοτήρια των πλοίων, με ύφος έμπειρων ναυτίλων, οι οποίοι για να μη ρίξουν το πλοίο τους στα βράχια το έβαζαν και έκανε κύκλους στα ανοιχτά, δίνοντας την ψευδαίσθηση της διαρκούς υπερεργασίας και της προσήλωσης στον στόχο. Καμιά φορά όμως η σύγχυση των αυλικών άφηνε αφύλακτες διόδους από τις οποίες εισέρχονταν αυτοκέφαλοι καπεταναίοι στα ντοκ της Τριγουελάνδης, οι οποίοι έσπερναν καινά δαιμόνια στα πλοία τους. Μέσα από μια τέτοια Κερκόπορτα φαίνεται να επιβιβάστηκε στην κορβέτα «Αλέξανδρος ο Τιτάνας» ο ατίθασος καπετάν Ιμόρταλ. Γι’ αυτό το θέμα έστειλε παλιότερα ανταπόκριση ο Χανς Κρίστιαν. Μας είχε ενημερώσει για τον μεταρρυθμιστικό του οίστρο, για την ενοχλητικά αναχρονιστική του εμμονή να ξεσκονίσει τον κανονισμό συμπεριφοράς και εργασίας στο πλοίο και άλλα πολλά. Αυτή η υπερκινητικότητά του, η οποία διετάρασσε την ησυχία των καφενόβιων λιμενικών διακόπτοντας την εμβάθυνσή τους στα προγνωστικά των τυχερών παιγνίων της πλούσιας χώρας, και της σκεψιακής μονοκαλλιέργειας των ανθυπάτων του αρχιδούκα-εκλέκτορα, τους οδήγησε, για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, να αφαιρέσουν το ανακαινισμένο και αναδομημένο σκαρί του «Αλέξανδρου» από τα χέρια του Ιμόρταλ. Για να τον λυγίσουν όμως, του ανέθεσαν την ηγεσία ενός άλλου σπουδαίου πλοίου, της παλιότερης και ξακουσμένης νταρντάνας της Τριγουελάνδης, από όπου είχαν μεν περάσει ικανοί καπεταναίοι, όμως το πλήρωμα ήταν χωρισμένο σε καπετανάτα που συμπεριφέρονταν σαν τους Έλληνες αγωνιστές της ανεξαρτησίας κατά την εκδοχή του Σκάι. Οπότε τον Ιμόρταλ θα τον περίμενε, βάσει υπολογισμών, είτε η μοίρα του καθ’ ημάς Καποδίστρια είτε του Όθωνα. «

»Οι θαμώνες της παραλιακής είχαν στραμμένο το βλέμμα με την αγωνία φυσιοδίφη στις εξελίξεις στο σκαρί. Το πλήρωμα συμπεριφέρθηκε όντως σύμφωνα με τις προβλέψεις, όπως και πολλοί επιβάτες. Έτσι κάθε φορά βρισκόταν μια αφορμή για αντίδραση και αρνητισμό, όπως συμβαίνει στα αριστερίστικα, πρωταρχικά, έντυπα της δικής σας χώρας αλλά και γενικότερα με κάθε αντιπολιτευόμενη φωνή, κάθε φορά που μια κυβέρνηση εισηγείται μια μεταρρύθμιση. Έτσι λοιπόν, για παράδειγμα, όταν θέλησε να φτιάξει βιβλιοθήκη για τους ναυτιλομένους με τη δαπάνη ενός παλιού ευχαριστημένου επιβάτη, το πλήρωμα αντέδρασε εμφατικά: Δεν θέλουμε βιβλιοθήκη που δεν τη χρηματοδοτεί ο αρχιδούκας- εκλέκτορας. Ας μη γίνει ποτέ! «

»Ο καπετάν Ιμόρταλ, ανυπότακτος από τη φύση του, δεν το έβαλε κάτω. Με όλες του τις δυνάμεις επιχείρησε να καλαφατίσει, να βάψει και να διακοσμήσει το παλιό άξιο σκαρί, ώστε να μοιάζει με κρουαζιερόπλοιο που διεξάγει υπερπόντια ταξίδια. Ούτε αυτό όμως γλύκανε τις πικρές γλώσσες. Με την τελευταία του πρωτοβουλία πάντως φαίνεται ότι το πράγμα παραπήγαινε κι έτσι προκάλεσε γενική αναστάτωση. Συγκεκριμένα, το πλοίο δεν διέθετε δικό του αποχωρητήριο, οπότε κάθε φορά που προέκυπτε η ανάγκη, το προσωπικό και οι νεαροί επιβάτες έπρεπε να διανύσουν το κατάστρωμα, με παγετό, βροχή ή καύσωνα, και να σκαρφαλώσουν σε παραπλεύρως κινούμενο καράβι, για να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους, και μάλιστα επί πληρωμή! Έτσι ο Ιμόρταλ αποφάσισε να διαθέσει έναν χώρο στο κλειστό κατάστρωμα του πλοίου του για τη δημιουργία ιδίου αποχωρητηρίου, ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη μετακίνηση τόσων ανθρώπων, κι αν τέλος πάντων θα υπήρχε κάποιο τέλος χρήσης, το έσοδο θα διατίθετο για τη συντήρηση του πλοίου. Αυτή η καινοτομία ήταν για κάποιους η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει, για κάποιους άλλους η ευκαιρία για να εκδηλώσουν την απόλυτη διαφωνία τους. Έτσι λοιπόν, όταν αποπερατώθηκε το νέο αποχωρητήριο κλειστού χώρου και παράλληλα απαγορεύτηκε η μετεπιβίβαση σε παραπλέον πλοίο προς νερού τους, έλαβαν χώρα μεγάλες αντιδράσεις από το πλήρωμα και από μέρους των επιβατών. Πολλοί θεώρησαν την απόφαση αντιδημοκρατική και κεκτημένο το δικαίωμα καθενός να ανακουφίζεται κατά βούλησιν. Μάλιστα κάποιοι μεταπηδούσαν επιδεικτικά σε παραπλέον σκαρί, για να τονίσουν το δικαίωμά τους στην απείθεια. «  

»Το ζήτημα πήρε μεγάλες διαστάσεις στην Τριγουελάνδη, έφτασε μέχρι στα μέσα μαζικής ενημέρωσης της χώρας, ειδικά όταν ο καπετάν Ιμόρταλ τιμώρησε έναν απείθαρχο επιβάτη, ίσως για παραδειγματισμό. Όμως αυτή η ενέργεια προκάλεσε νέα ένταση και ο ανθύπατος αποφάσισε τη διεξαγωγή υπηρεσιακής έρευνας για καταγγελία εις βάρος του καπετάνιου ότι παραβίασε τον ναυτικό κώδικα και πρέπει να τιμωρηθεί παραδειγματικά.» «Και τι έγινε, ποιο ήταν το πόρισμα του ανακριτή; Ποια ήταν η τύχη του καπετάν Ιμόρταλ, καποδιστριακή ή οθωνική;», ρώτησα τον Χανς Κρίστιαν. Όμως αυτός ο καινοδαιμονιοσπάρτης αντί να κορέσει την περιέργειά μου και παρά τη δανέζικη καταγωγή του, απάντησε με τη σαφήνεια ρήσης από τον ομφαλό της γης. Όχι ότι με πείραξε κιόλας, από απλή φιλομάθεια ρώτησα, καθώς ήθελα να συγκρίνω με την ευλογημένη χώρα μας, ώστε να με καλοτυχήσω ακόμη μια φορά για την καταγωγή μου. Διότι στην ευλογημένη ουτοπία στην οποία διαμένουμε, ο νόμος εφαρμόζεται μέχρι κεραίας, η διαφάνεια και η αξιοκρατία είναι αδιαπραγμάτευτες, η ιεραρχική δικαιοσύνη κανόνας, ενώ αν καμιά φορά από αβλεψία προαχθεί κάποιος σε θέση ευθύνης χωρίς να το αξίζει, σπεύδει πρώτα να διαμαρτυρηθεί και αμέσως μετά να παραιτηθεί, ώστε να μην υποσκάψει το κύρος του αξιώματος. Πώς να καταλάβουμε εμείς τι μπορεί να απεργαστεί ο μικροκομματικός οίστρος συμπλεγματικών εγκαθέτων, εμείς οι απόγονοι των δημιουργών του κανόνα της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της αισθητικής, εμείς οι επινοητές του εξοστρακισμού για την προστασία του κοινωνικού σώματος από τους οιηματίες αλαζόνες…


Αγαθοκλής Αζέλης